ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

05/06/2007

Ομιλία του Γιάννη Δραγασάκη κατά τη συζήτηση της ολομέμελειας της Βουλής επί του σχεδίου νόμου: «Πώληση και ταυτόχρονη μίσθωση ακινήτων του Δημοσίου, μακροχρόνιες και χρηματοδοτικές μισθώσεις του Δημοσίου και άλλες διατάξεις»



ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣ

Συζήτηση επί του σχεδίου νόμου: «Πώληση και ταυτόχρονη μίσθωση ακινήτων του Δημοσίου, μακροχρόνιες και χρηματοδοτικές μισθώσεις του Δημοσίου και άλλες διατάξεις».

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: 5,6/6/2007

1η Συνεδρίαση: 5/6/2007

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πριν εισέλθω στο νομοσχέδιο, θα ήθελα να κάνω εισαγωγικά ορισμένες επισημάνσεις. Πρώτα-πρώτα, θέλω να επισημάνω το γνωστό σε όλους σας γεγονός ότι εδώ και αρκετές μέρες ένας συμπολίτης μας, ένας δήμαρχος, ο Δήμαρχος Ελληνικού, έχει καταφύγει στο έσχατο μέσο της απεργίας πείνας, με σκοπό να συγκινήσει όλους εμάς και πριν απʼ όλα την Κυβέρνηση για το γεγονός ότι η παραλία του Ελληνικού -και όχι μόνο- είναι αποκλεισμένη από τους πολίτες και είναι άντρο συμφερόντων. Και το θέμα συνδέεται με το νομοσχέδιο, διότι πρόκειται για δημόσιους χώρους που το Υπουργείο Οικονομικών παραχώρησε στη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού για συγκεκριμένες χρήσεις και όλα αυτά έχουν παραβιαστεί.

Εγώ καλώ τον παριστάμενο Υφυπουργό κ. Δούκα να πάρει την πρωτοβουλία, ως καθʼ ύλην αρμόδιος Υπουργός, να ανοίξει ένας διάλογος που να κατατείνει στη λύση ενός προβλήματος, το οποίο, εννοείται, δεν έχει ούτε κομματικά, ούτε ιδεολογικά όρια, αφορά τους κατοίκους όλης της Αττικής.

Κι επειδή ο Υπουργός και οι εισηγητές της πλειοψηφίας αναφέρονται με αφορμή το νομοσχέδιο αυτό στο τι συμβαίνει και αλλού και τι έγινε στο Βέλγιο και τι έγινε στην Ιταλία και στη Γαλλία κλπ, ας μην είμαστε τόσο επιλεκτικοί.

Ας δούμε τι γίνεται αλλού και με τους δημόσιους χώρους. Ας δούμε πώς έχουν οργανώσει πόλεις, όπως η Βαρκελώνη, ή χώρες, όπως η Γαλλία, την πρόσβαση στις ακτές.

Η δεύτερη εισαγωγική παρατήρηση που θέλω να κάνω αφορά το γεγονός ότι σήμερα πήραμε -όλοι υποθέτω- ένα κείμενο από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος που αφορά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.

Προσωπικά βρήκα αρκετά ενδιαφέρουσες τις παρατηρήσεις του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, το είχαμε άλλωστε καλέσει στην Επιτροπή, αλλά δεν είχαν λάβει έγκαιρα το νομοσχέδιο και ακριβώς γιʼ αυτό μας στέλνουν σήμερα τις παρατηρήσεις τους.

Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος διαπιστώνει την ανάγκη επαναδιατύπωσης του νομοσχεδίου, αφού προηγηθεί μία εμπεριστατωμένη διερεύνηση:

Πρώτον, των αναγκών του δημοσίου για στέγαση και του τρόπου προσδιορισμού των αναγκών αυτών σε ένα εύλογο χρονικό ορίζοντα. Υπαινίσσεται ότι δεν υπάρχει τέτοιο σχέδιο και το διαπιστώσαμε κι εμείς.

Δεύτερον, εκτίμηση των επιπτώσεων των προτεινόμενων πρακτικών διακίνησης των συγκεκριμένων ακινήτων στα έσοδα και τα έξοδα του δημοσίου μακροχρόνια και μεσοχρόνια, να δούμε δηλαδή τι γίνεται, εάν συμφέρει και τι κατάσταση δημιουργείται ως προς τα έσοδα του κράτους.

Τρίτον και τέταρτον, κάνει διάφορες προτάσεις. Το ερώτημα είναι, δεν θα ήταν χρήσιμο να έχει προηγηθεί αυτός ο διάλογος ανάμεσα στην Κυβέρνηση και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος; Δηλαδή, μπορούν να κατατίθενται τέτοια νομοσχέδια και να μην λαμβάνεται υπόψη η γνώμη ποιών άλλων εδώ; Των μηχανικών, των αρχιτεκτόνων;

Θεωρώ ότι είναι ένα τεράστιο έλλειμμα και πρέπει η Κυβέρνηση έστω και τώρα να λάβει υπόψη της την πρόταση αυτή. Ας αποσύρει το νομοσχέδιο αφού έχει τόσο μεγάλα κενά, να υπάρξει ένας διάλογος και να το επανακαταθέσει.

Εάν η Κυβέρνηση δεν θέλει να το κάνει αυτό, τότε ας αποσύρει τουλάχιστον το άρθρο 19, που αφορά τους ελέγχους, τους ορκωτούς λογιστές και όλο αυτό το θέμα, στο οποίο δεν θα αναφερθώ για πολύ, αλλά στη συζήτηση που είχαμε στην Επιτροπή νομίζω ότι συμφωνήσαμε όλοι –και ο κ. Αγοραστός της Νέας Δημοκρατίας, εάν κατάλαβα καλά- ότι υπάρχει θέμα. Εκκρεμούν δίκες στο Συμβούλιο της Επικρατείας, υπάρχουν διαφορετικές απόψεις μέσα σε έναν χώρο ευαίσθητο για τη λειτουργία της οικονομίας, όπως είναι η ελεγκτική εργασία. Ας αποσύρει η Κυβέρνηση έστω το άρθρο 19, να γίνει η σχετική προετοιμασία πληρέστερη και να έλθει.

Έρχομαι τώρα στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο που συζητούμε.

Τι λέει το νομοσχέδιο αυτό; Απλά λέει το εξής, ότι η Κυβέρνηση μπορεί να πουλάει ακίνητα του δημοσίου, να ξανά ενοικιάζει αυτά τα ακίνητα και να πληρώνει ενοίκιο φυσικά και να μπορεί να υπογράφει συμβάσεις που να φτάνουν μέχρι και 99 χρόνια. Και μόνο η ιδέα αυτή προκαλεί ερωτήματα, γιατί να το κάνει κανείς αυτό;

Είπε η Κυβέρνηση με τους εκπροσώπους της ότι αυτό είναι ένα σύγχρονο χρηματοπιστωτικό εργαλείο. Σύμφωνοι, αλλά για ποιόν είναι χρήσιμο αυτό το εργαλείο; Δηλαδή, κάποιος πολίτης που μας ακούει, κάποιος εργαζόμενος που με χίλια βάσανα απέκτησε ένα σπίτι, το οποίο θέλει βάψιμο και ενδεχομένως και κάποια επισκευή, αυτός ο πολίτης πρέπει δηλαδή να πάει να πουλήσει το σπίτι του τώρα, να εισπράξει την τιμή του, να κάνει τις επισκευές και το βάψιμο αυτός που θα το αγοράσει και να το ξανά ενοικιάσει και μία ζωή να είναι στο ενοίκιο; Αφού από αυτό πήγε να γλιτώσει, γιʼ αυτό πήρε το σπίτι για να μην είναι εξαρτημένος από το ενοίκιο. Αυτή είναι η σύγχρονη μέθοδος;

Αυτό το μέτρο, λοιπόν, το εφαρμόζουν όντως επιχειρήσεις οι οποίες έχουν φθάσει ως το λαιμό, δεν έχουν ρευστότητα, δεν μπορούν να πάρουν εύκολο δάνειο και ως έσχατο μέσο, εάν έχουν ακίνητο, κάνουν αυτή την αντίστροφη χρηματοδοτική μίσθωση, πουλάνε το ακίνητο, το ξανά ενοικιάζουν και πληρώνουν τόκο κλπ.

Γιατί το κράτος να κάνει αυτήν την κίνηση; Γιατί είναι αναγκαίο να προχωρήσει σʼ αυτό; Δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι να αξιοποιηθούν τα ακίνητα;

Άρα το θέμα αυτό δεν συνδέεται με την αξιοποίηση ακινήτων, ακριβώς γιʼ αυτό και το νομοσχέδιο, όπως θα είδατε, δεν υπάγεται κάτω από μία διακυβερνητική, διυπουργική επιτροπή αξιοποίησης ακινήτων. Υπάγεται κάτω από τη διυπουργική επιτροπή αποκρατικοποιήσεων. Άρα το ίδιο το νομοσχέδιο εμμέσως λέει ότι εδώ η όλη λογική είναι πώς να πουλήσουμε, όχι πώς να αξιοποιήσουμε, ούτε συνδέεται με τις στεγαστικές ανάγκες του Δημοσίου διότι δεν έχουμε κάποιο πρόγραμμα στεγαστικών αναγκών του Δημοσίου για να δούμε πώς θα υλοποιηθεί.

Νομίζω λοιπόν ότι υπάρχει ένας βαθύτερος λόγος που έρχεται αυτό το νομοσχέδιο και ότι αυτός ο βαθύτερος λόγος έχει να κάνει με μία γριφώδη διατύπωση που ακούσαμε από τον εισηγητή της Πλειοψηφίας, ότι -λέει- με τον τρόπο αυτό θα έχουμε μη φορολογικά έσοδα, άρα η Κυβέρνηση δεν θα χρειάζεται να βάζει φόρους. Αυτό εννοεί, ότι δηλαδή θα έχουμε έναν μη φορολογικό τρόπο να αυξάνουμε τα έσοδα του κράτους.

Τι κρύβει αυτός ο γριφώδης όρος; Ποια είναι τα μη φορολογικά έσοδα και γιατί είναι τόσο επείγουσα και τόσο αναγκαία αυτή η διαδικασία; Μη φορολογικά έσοδα του κράτους είναι καταρχήν τα έσοδα από την επιχειρηματική δράση. Το κράτος έχει επιχειρήσεις και εφόσον αυτές είναι κερδοφόρες, το κράτος παίρνει μερίσματα. Δεν είναι μικρά τα κέρδη που είχε το κράτος από επιχειρήσεις όπως ο ΟΠΑΠ, όπως το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδας, όπως τράπεζες που σιγά-σιγά έχει πουλήσει. Το δεύτερο είδος μη φορολογικού εσόδου είναι τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις.

Γιατί χρειάζεται λοιπόν σήμερα η Κυβέρνηση αυτά τα έσοδα να τα αυξήσει με κάθε τρόπο;

Πρώτον διότι έχουν μειωθεί τα έσοδα από την επιχειρηματική δράση, δηλαδή πουλώντας τις μετοχές είναι σα να σφάζεις την κότα που σου κάνει το χρυσό αυγό. Εισπράττεις βέβαια τα έσοδα από την πώληση των εταιρειών αυτών, αλλά μετά χάνεις το μέρισμα που έπαιρνες κάθε χρόνο. Πάνω από ένα δις ευρώ, ίσως και περισσότερα -και αξίζει τον κόπο να το υπολογίσει κανείς- δεν μπαίνουν πια στο δημόσιο κορβανά εξαιτίας αυτού του λόγου.

Ο δεύτερος λόγος όμως είναι ότι έχουμε ένα «Βατερλό» των φορολογικών εσόδων. Παρόλο που το θέμα των ομολόγων είναι πάρα πολύ σοβαρό, ίσως πρέπει να σκεφτούμε ότι δεν είναι και το μοναδικό θέμα, ούτε είναι το μοναδικό πρόβλημα για το οποίο εμείς τουλάχιστον εγκαλούμε την Κυβέρνηση.

Κύριε Υπουργέ, έχω κάνει μία δουλειά, θα την έχετε κάνει κι εσείς. Προσπαθώ να δω τι επιπτώσεις είχε η μείωση των φορολογικών συντελεστών που κάνατε στα κέρδη και τα μερίσματα πάνω στα φορολογικά έσοδα του κράτους. Επειδή αυτή η δουλειά άρχισε επί ΠΑ.ΣΟ.Κ. από το 2000, το έκανα από τότε.

Εδώ λοιπόν βλέπουμε το «Βατερλό» της πολιτικής σας. Το 2000 τα φορολογικά έσοδα από επιχειρήσεις, δηλαδή από κέρδη, ήταν 4,14%, 4% χοντρικά του Α.Ε.Π.. Πόσο είναι το 2007; Είναι 2,21%, δηλαδή μειώθηκαν τα φορολογικά έσοδα του κράτους κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή κατά 4 δισεκατομμύρια ευρώ. Με 4 δισεκατομμύρια ευρώ, κύριε Υπουργέ, εσείς και η πολιτική σας επιδοτείτε τα επιχειρηματικά κέρδη και τους μερισματούχους.

Οι χαμηλοί λοιπόν φορολογικοί συντελεστές από τη μία και η αύξηση της φοροδιαφυγής των επιχειρήσεων από την άλλη έχουν οδηγήσει σʼ αυτό το «Βατερλό». Για να έχετε ένα μέτρο σύγκρισης, σας λέω ότι στην Ιρλανδία οι φορολογικοί συντελεστές είναι πολύ μικρότεροι και τα φορολογικά έσοδα του κράτους από τις επιχειρήσεις είναι 3,5% του Α.Ε.Π.

Καταθέτω στα Πρακτικά αυτόν τον πίνακα έτσι ώστε όποιος θέλει να δει πιο αναλυτικά τους αριθμούς.

(Στο σημείο αυτό ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Δραγασάκης καταθέτει για τα Πρακτικά το προαναφερθέν έγγραφο το οποίο βρίσκεται στο αρχείο του Τμήματος Γραμματείας της Διεύθυνσης Στενογραφίας και Πρακτικών της Βουλής)

Υπάρχει, λοιπόν, κατάρρευση των εσόδων, για τους λόγους που είπα. Γιʼ αυτό η Κυβέρνηση αναζητεί μη φορολογικά έσοδα.

Από πού τα αναζητεί αυτά; Πρώτον, από τις ιδιωτικοποιήσεις. Δεύτερον, από τα λεγόμενα ΣΔΙΤ, από τις Συμπράξεις Δημόσιου - Ιδιωτικού Τομέα. Τρίτον, από την πώληση ακινήτων του Δημοσίου και από την επανενοικίασή τους.

Τα τρία αυτά μέτρα συγκροτούν μία ενιαία στρατηγική, που αμέσως μετά τις εκλογές θα μπει σε πλήρη ισχύ. Τώρα απλώς προετοιμάζονται τα θεσμικά μέτρα.

Αυτή είναι όλη η φιλοσοφία του νομοσχεδίου, που συζητούμε.

Απαντάει αυτή η πολιτική στο δημοσιονομικό πρόβλημα; Διότι, όπως είπα, ούτε το πρόβλημα της στέγασης λύνεται, ούτε αξιοποίηση γίνεται.

Η λογική είναι απλή: Εισπράττονται και με τους τρεις τρόπους, που είπα, έσοδα τώρα –ιδίως με τις ιδιωτικοποιήσεις και με τις πωλήσεις των ακινήτων- αλλά επιβαρύνεται το αύριο με ενοίκια και δόσεις. Με αυτή την πολιτική σε λίγα χρόνια όλο το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων θα είναι ενοίκια και δόσεις. Δηλαδή, αυτή η πολιτική ανακουφίζει το τώρα, δημιουργώντας τεράστιες επιβαρύνσεις στο μέλλον. Και ήδη θα λειτουργήσει ως μία πίεση για νέα αντιλαϊκά μέτρα από την επομένη των εκλογών.

Αυτό είναι κατά τη γνώμη μας το θέμα που πρέπει κανείς να συγκρατήσει.

Φυσικά, στη βάση αυτή ισχύουν και τα άλλα. Είπε και ο κ. Χριστοδουλάκης διάφορα. Είναι κι εδώ ευκαιρία για business, για εξυπηρέτηση και ημετέρων.

Και βεβαίως, δημιουργείται και ένα πεδίο για ένα νέο κρατικοδίαιτο καπιταλισμό, να το πω με το όνομά του. Δηλαδή, εδώ δημιουργείται ένας καπιταλισμός χωρίς ρίσκο. Το κράτος πουλάει το ακίνητό του. Ο ιδιώτης θα δει τι ευκαιρία του δίνει το ακίνητο. Θα δει αν χρειάζεται επισκευές. Θα εκτιμήσει πόσα χρειάζεται να ξοδέψει για τις επισκευές και θα υπολογίσει το κόστος στο ενοίκιο. Θα γίνει, λοιπόν, η δουλειά με ένα προσυμφωνημένο ενοίκιο, το οποίο θα καλύπτει τις ανάγκες του επενδυτή, θα του δίνει, δηλαδή, ένα ποσοστό κέρδους τουλάχιστον και κατά πολύ πάνω από το κέρδος που θα είχε αν επένδυε τα χρήματά του σε ένα έντοκο γραμμάτιο του Δημοσίου και θα έχει και το πρόσθετο επιχειρηματικό κέρδος για τις όποιες εργασίες θα κάνει. Σιγουριά δηλαδή. Σιγουριά!

Κι επειδή πρόσφατα ο Πρόεδρος του ΣΕΒ ανακάλυψε ότι πριν από έναν αιώνα αυτοί που έλεγαν τον ελληνικό καπιταλισμό «παρασιτικό», είχαν δίκιο, ίσως έναν αιώνα αργότερα, ο αντίστοιχος Πρόεδρος του ΣΕΒ –αν υπάρχει ακόμα ο θεσμός αυτός- θα διαπιστώνει ότι ο υπαρκτός καπιταλισμός, ο σημερινός, είναι ένας κρατικοδίαιτος καπιταλισμός σε πολύ μεγάλο βαθμό. Και σίγουρα τέτοιος είναι ο καπιταλισμός, που δημιουργεί αυτό το νομοσχέδιο.

Έτσι τα βλέπουμε εμείς, κύριε Υπουργέ, τα πράγματα. Εσείς λέτε ότι τα ίδια έκανε και το ΠΑΣΟΚ. Δεν έχουμε αντίρρηση.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΣΑΚΛΙΔΗΣ: Ε, όχι.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Όχι ακριβώς τα ίδια. Οι φράχτες, όμως, στην παραλία μπήκαν επί ΠΑΣΟΚ. Τώρα, όμως, γίνονται πιο ισχυροί. Γιʼ αυτό έχετε κι εσείς χρέος –και σωστά ο Πρόεδρός σας επισκέφθηκε την περιοχή- να δείτε αν μπορούν αυτοί οι φράχτες του αίσχους να πέσουν επιτέλους.

Ρώτησε ένας συνάδελφος τι θα μπορούσε να γίνει. Λέει: Το κράτος έχει εκατό χιλιάδες ακίνητα. Τι να τα κάνει;

Πρώτα-πρώτα υπάρχει ένα θέμα καταγραφής της περιουσίας του Δημοσίου. Δεν υπάρχει καταγραφή. Ξέρετε πολύ καλά ότι το Προεδρικό Διάταγμα για να γίνει το Εθνικό Κτηματολόγιο στην Ελλάδα, πρωτοβγήκε το 1832 από τον Καποδίστρια. Ακόμα δεν έχουμε Κτηματολόγιο. Τουλάχιστον, ας προχωρήσει η απογραφή των δημόσιων κτημάτων και των δημόσιων ακινήτων.

Δεύτερον, αυτό το νομοσχέδιο, που έχουμε, δεν συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν προωθεί, δηλαδή, την ιδέα ενός σχεδίου για την καταγραφή και την αξιοποίηση της περιουσίας. Αντίθετα, προσπαθεί να δει ποιο από αυτά τα ακίνητα προσφέρεται για επιχειρηματική εκμετάλλευση.

Τρίτον, για εμάς το θέμα αυτό δεν είναι στενά οικονομικό. Τα κτίρια του Δημοσίου συνδέονται -σε πολλές περιπτώσεις- και με την ιστορία και με τον πολιτισμό και με το θέμα των ελεύθερων χώρων. Ακριβώς γιʼ αυτό είναι σωστή –νομίζω- και από αυτή την άποψη η πρόταση του Τεχνικού Επιμελητηρίου, ότι χρειάζεται μία αντίστροφη λογική. Να δούμε, δηλαδή, τι είδους ακίνητα έχει το Δημόσιο, πώς μπορούν να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο αυτά προς όφελος όχι μόνο του δημοσίου συμφέροντος γενικώς, αλλά και ειδικότερα των πολιτών και των περιοχών, στις οποίες βρίσκονται τα ακίνητα αυτά.

Θα τελειώσω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με το τελευταίο άρθρο, που αφορά τις πτηνοτροφικές εταιρείες, για να θέσω ένα ερώτημα που έθεσα και στην Επιτροπή, χωρίς να πάρω απάντηση. Δεν έχουμε αντίρρηση να υπάρξει το μέτρο υποβοήθησης των επιχειρήσεων αυτών, εφόσον ο Προϋπολογισμός θα καταβάλει το σχετικό ποσό στο Ι.Κ.Α., δηλαδή, το βάρος να μην πέσει στο Ι.Κ.Α., αλλά να το καλύψει ο Προϋπολογισμός.

Θέλω, όμως, να ξαναρωτήσω τον Υπουργό το εξής: Πριν από δύο χρόνια η Κυβέρνηση ενέκρινε ένα κονδύλιο 7,5 εκατομμυρίων ευρώ για να ενισχυθούν οι πτηνοτροφικές εταιρείες, να αγοραστούν δηλαδή κοτόπουλα και να δοθούν εν ανάγκη και στο εξωτερικό ως μέτρο φιλανθρωπίας για να ξεπεραστεί η κρίση που υπήρχε στην αγορά. Ρωτούμε πού πήγαν τα 7,5 εκατομμύρια ευρώ. Ποιος τα πήρε; Αληθεύει ότι τα πήρε μια οργάνωση που λέγεται «Αλληλεγγύη» και αληθεύει ότι τα κοτόπουλα αυτά ήταν τα σάπια κοτόπουλα που ανακαλύφθηκαν προ καιρού σε κάποια βαγόνια; Έχω κάνει ερώτηση στο Υπουργείο. Γιατί δεν μου απαντάτε; Γιατί δεν μου απαντά κανείς Υπουργός; Απαγορεύεται, δηλαδή, ακόμα και να ρωτάμε τι γίνεται;

Θα ήθελα με την ευκαιρία αυτή να πω ότι τελευταία ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ασχολείται με διάφορα θέματα. Δικαίωμά του να ασχολείται με όποιο θέμα θέλει, ας ασχοληθεί, όμως, και με τα προβλήματα του λαού και ας ασχοληθεί και με το δημόσιο χρήμα, το οποίο διασπαθίζεται από οργανώσεις που βρίσκονται υπό τη δική του εποπτεία. Ας προσέξει τι γίνεται και στην Πετρούπολη και στο Περιστέρι με μια κομπίνα που έχει στηθεί εκεί και εκμεταλλεύεται απλούς βιοπαλαιστές, που ενώ έχουν αγοράσει νόμιμα κάποιο σπίτι, πάνε κάποιοι επιτήδειοι και λένε ότι το οικόπεδο ανήκε στην Εκκλησία και για να μην έχουν προβλήματα να δώσουν ένα χαράτσι κάτω από το τραπέζι.

Αυτός είναι ο λόγος που κάνω αυτή την παρατήρηση. Χριστιανοί είναι και αυτοί οι άνθρωποι και επομένως έχει, νομίζω, χρέος ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας να στραφεί και προς τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου και να μην κατηγορεί όσους με ανιδιοτέλεια φροντίζουν να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα αυτά.

Ευχαριστώ.

2η Συνεδρίαση: 6/6/2007

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, η συζήτηση έχει γενικευτεί και έχουν προκύψει και θέματα πέραν του νομοσχεδίου, τα οποία ετέθησαν εδώ. Θα προσπαθήσω στο χρόνο που έχω να αναφερθώ σε όσο γίνεται περισσότερα.

Καταρχήν, σήμερα έχουμε μια καινούρια πληροφορία που αφορά, κύριε Υπουργέ, ένα δάνειο που κατά την εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» έχει συναφθεί με την JP MORGAN κατά το χρόνο που εσυζητείτο το ομόλογο. Θέλουμε να ξέρουμε εάν είναι αλήθεια αυτό το γεγονός και, κυρίως, θέλουμε να ξέρουμε τους όρους του δανείου, κύριε Υπουργέ. Μιλώ για το δάνειο που αναφέρεται σήμερα στην «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ». Είναι γεγονός αυτό; Υπάρχει τέτοιο δάνειο;

ΠΕΤΡΟΣ ΔΟΥΚΑΣ (Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Απαντήθηκε ήδη με ανακοίνωση του Πρωθυπουργού.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Εάν έχετε την καλοσύνη, θα ήθελα να μας επαναλάβετε τα βασικά. Τα ερωτήματά μου είναι τα εξής: Πρώτον, υπάρχει αυτό το δάνειο;

Δεύτερον, ποιοι ήταν οι όροι του;

Τρίτον, ποια ήταν η διάρκειά του; Είναι απʼ αυτά που γίνονται στο τέλος του χρόνου, για να κλείσει ο Προϋπολογισμός;

Κύριε Υπουργέ, θέλετε να μας απαντήσετε τώρα; Εγώ ευχαρίστως δέχομαι τη διακοπή.

ΠΕΤΡΟΣ ΔΟΥΚΑΣ (Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Τελειώστε και αμέσως μετά.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Σε σχέση μ αυτό το θέμα και το γενικότερο θέμα των ομολόγων, πέρα απʼ όλες τις άλλες πλευρές που συνδέονται με τα Ταμεία και την περιουσία τους, εδώ προκύπτει ένα πρόβλημα που δεν ξέρω εάν υπάρχει σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Ποιο είναι αυτό το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι η αδιαφάνεια της δημοσιονομικής διαχείρισης. Εδώ αποδεικνύεται ότι εκδίδονταν ομόλογα για τα οποία κανείς Βουλευτής –και προκαλώ- δεν ήξερε τίποτα, ούτε κυβερνητικός ούτε αντιπολιτευτικός.

Δεύτερον, αποκαλύπτονται σημαντικές πράξεις διαχείρισης του δημόσιου χρέους που, επίσης, τις μαθαίνουμε από τις εφημερίδες. Γιατί, επιτέλους, δεν δέχεται η Κυβέρνηση, αλλά και η Αξιωματική Αντιπολίτευση σήμερα, δηλαδή γιατί και τα δύο μεγάλα κόμματα τόσο πεισματικά αρνούνται να δημιουργηθεί στη Βουλή μια δομή, ένα γραφείο, είπαμε εμείς, για τον Προϋπολογισμό; Ας ονομαστεί όπως θέλει, αλλά να υπάρχει τουλάχιστον σε επίπεδο Κοινοβουλίου μια υποδομή και μια διαδικασία, όπου να υπάρχει ενημέρωση. Χρήματα του ελληνικού λαού είναι αυτά. Είναι δυνατόν, δηλαδή, να πρέπει να σκάσει το σκάνδαλο, για να πληροφορηθούμε τι ομόλογα και από ποιες υπηρεσίες εκδίδονται και όλα αυτά, τα οποία ακολούθησαν και ακολουθούν και που ακόμα δεν ξέρουμε τι άλλο υπάρχει από πίσω; Αυτή είναι η μία επισήμανση.

Δεύτερη επισήμανση. Θέλω να αρχίσω από το τελευταίο άρθρο, διότι έκανα χθες μια καταγγελία εδώ. Είναι το άρθρο που αφορά τις πτηνοτροφικές επιχειρήσεις. Είπα ότι έχω καταθέσει ερώτηση για το θέμα αυτό και δεν μου είχε έρθει απάντηση. Κατά σύμπτωση η απάντηση ήρθε σήμερα το πρωί και θέλω να εκθέσω τα γεγονότα, διότι και εδώ έχουμε ένα θέμα, το οποίο δεν το γνωρίζετε οι περισσότεροι, όπως δεν το γνώριζα και εγώ πριν ασχοληθώ.

Ποιο είναι το θέμα αυτό; Το φθινόπωρο του 2005 ξεσπάει η λεγόμενη «γρίπη των πτηνών». Τα πουλερικά μένουν απούλητα, ο κλάδος κινδυνεύει να χρεοκοπήσει. Η Κυβέρνηση ορθά αποφασίζει να διαθέσει ένα ποσό 7 εκατομμύρια ευρώ, να αγοραστούν κοτόπουλα και να διατεθούν, ούτως ώστε να υπάρξει μία ανακούφιση του κλάδου, μέχρι να περάσει αυτή η μπόρα, ας το πω έτσι.

Τα χρήματα αυτά τελικά δόθηκαν σε μία μη κυβερνητική οργάνωση, η οποία θα αγόραζε τα κοτόπουλα και θα τα διέθετε στο Ιράκ, ως ανθρωπιστική βοήθεια. Όπως προκύπτει τώρα από τα στοιχεία που έχω συγκεντρώσει, η σύμβαση υπογράφηκε 27 Σεπτεμβρίου του 2006. Έγινε με ανάθεση στη μη κυβερνητική οργάνωση «Αλληλεγγύη». Εκταμιεύτηκε το 80% του ποσού των 7 εκατομμυρίων, εκταμιεύτηκαν δηλαδή 5,6 εκατομμύρια ευρώ.

Ο συμβατικός χρόνος για την υλοποίηση του έργου ήταν έξι μήνες. Δηλαδή τα κοτόπουλα έπρεπε να είχαν αγοραστεί και να διατεθούν μέχρι τις 26 Μαρτίου του 2007. Πρώτον αυτό.

Δεύτερον, ο συμβατικός χρόνος έληξε χωρίς να υλοποιηθεί το πρόγραμμα. Και η μη κυβερνητική εταιρεία-οργάνωση ζήτησε παράταση του χρόνου υλοποίησης του προγράμματος.

Τρίτον, στις 20 Απριλίου του 2007 το Υπουργείο Εξωτερικών, η αρμόδια διεύθυνση κάλεσε εγγράφως τη μη κυβερνητική οργάνωση να μην προβεί σε καμία δεσμευτική ενέργεια για την υλοποίηση του προγράμματος, διότι το αίτημά της για παράταση της σύμβασης δεν έχει ακόμη εγκριθεί. Ήταν σε εκκρεμότητα. Τέσσερις μέρες αργότερα, στις 24 Απριλίου, η Νομαρχία Πειραιά ανακαλύπτει τριακόσιους σαράντα τόνους σάπια κοτόπουλα μέσα σε κοντέινερ, για τα οποία προχωρά και σε κατάσχεση.

Στις 29 Απριλίου τα γεγονότα αυτά δημοσιεύονται στις εφημερίδες από όπου τα γνωρίζω και υποβάλω ερώτηση στις 10 Μαΐου. Η απάντηση του Υπουργείου λέει ότι το πρόγραμμα δεν υλοποιήθηκε, τα χρήματα παραμένουν στα ταμεία της μη κυβερνητικής οργάνωσης «Αλληλεγγύη», οι αγρότες και οι πτηνοτρόφοι δεν έχουν πάρει τίποτα ή σχεδόν τίποτα και το ερώτημα είναι τι συμβαίνει εδώ, τι πράγματα είναι αυτά;

Δεν ξέρω αν έγινε κατανοητό. Ποιες είναι αυτές οι μη κυβερνητικές οργανώσεις; Με ποιες πλάτες προβαίνουν σε τέτοιες αυθαιρεσίες, σε τέτοια διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και τι κάνουν τα αρμόδια όργανα της πολιτείας, όταν συμβαίνει αυτό; Μέσα στα μεγάλα θέματα είναι και αυτή η ιστοριούλα, η οποία νομίζω ότι είναι αποκαλυπτική για ορισμένες πτυχές της λειτουργίας του Κράτους και του όλου συστήματός μας.

Σε ό,τι αφορά τώρα τα άλλα θέματα τα οποία αναφέρθησαν, σε ό,τι αφορά την άρση της επιτήρησης πιστεύω ότι θα έχουμε την ευκαιρία να το συζητήσουμε αυτό –ας μου επιτραπεί ο όρος- πιο σοβαρά. Διότι εδώ καλή είναι η μάχη εντυπώσεων, αλλά πρέπει να δούμε και ποιος πληρώνει το λογαριασμό. Ποιος πλήρωσε την άρση της επιτήρησης; Πλήρωσαν οι πλούσιοι τίποτα; Πλήρωσαν οι κερδοσκόποι τίποτα; Πλήρωσαν οι μερισματούχοι τίποτα;

Εγώ χθες προβλέποντας και αυτήν τη συζήτηση, κατέθεσα στη Βουλή έναν πίνακα. Ο πίνακας είναι αμείλικτος. Στα χρόνια αυτά είχαμε μείωση της φορολογίας από την είσπραξη φόρων από τις επιχειρήσεις, από κέρδη και μερίσματα, κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες επί του ΑΕΠ. Τέσσερα δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο μεταφέρει, αναδιανέμει η Κυβέρνηση μόνο μέσω αυτού του μηχανισμού προς κέρδη και μερίσματα. Και για να καλύψει το έλλειμμα, το οποίο δημιουργείται βεβαίως, αύξησε το Φ.Π.Α.

Άρα, την άρση της επιτήρησης την πλήρωσε ο Ελληνικός λαός δυσανάλογα και κυρίως τα περισσότερο ασθενή από οικονομική άποψη στρώματα της κοινωνίας.

Αυτή είναι η πραγματικότητα και αυτό δεν το συζητάμε. Συζητάμε τα παιχνίδια τακτικής.

Το δεύτερο ερώτημα είναι ποιος θα πληρώσει τη νέα επιτήρηση. Διότι, εν πάση περιπτώσει, γνωρίζουμε όλοι τι συμβαίνει. Η λεγόμενη επιτήρηση είναι η θεσμικά καθορισμένη διαδικασία που προβλέπει το σύμφωνο σταθερότητας. Αυτή έχει καταργηθεί, αλλά δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει πάψει να είναι υπό παρακολούθηση. Άλλωστε και η Κυβέρνηση λέει ότι τώρα ο νέος στόχος, με βάση τον οποίο θα γίνεται η παρακολούθηση, θα είναι η επίτευξη ισοσκελισμένων ισολογισμών μέχρι το 2010. Ποιος θα πληρώσει, λοιπόν, την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού; Ούτε αυτό το συζητάμε.

Με βάση τα στοιχεία τα οποία, επαναλαμβάνω, κατέθεσα και την όλη ανάλυση -αν μπει κανείς στον κόπο να κάνει την ανάλυση των δημοσίων μεγεθών- θα διαπιστώσουμε ότι ο ένας τρόπος για να καλυφθεί και ο νέος στόχος, δηλαδή ο νέος τρόπος για να βγούμε και από τη νέα «επιτήρηση», είναι η επιβολή νέας αύξησης του Φ.Π.Α, κατά τη γνώμη μου -και εγώ δεν θα διστάσω να πω ότι αυτή είναι η κρυφή ατζέντα από τώρα και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. προεκλογικά είχε σκοπό να αυξήσει το Φ.Π.Α, αν γινόταν Κυβέρνηση, αυτή είναι η κρυφή ατζέντα και δεν θα το ακούσουμε αυτό μέχρι τις εκλογές, αλλά μπορεί κανείς να το συγκρατήσει και να το σημειώσει- και ο δεύτερος τρόπος είναι αυτά που συζητούμε στο νομοσχέδιο. Να πουλάει το κράτος, να πουλάνε οι κυβερνήσεις, όχι μόνο επιχειρήσεις κερδοφόρες, αλλά να πουλάνε και ό,τι περιουσιακό στοιχείο υπάρχει στο κράτος. Γι αυτό, επαναλαμβάνω, έρχεται αυτό το νομοσχέδιο και γι αυτό είναι και επικίνδυνο, διότι εάν ερχόταν με σκοπό να υπάρχει αυτή η θεωρητική δυνατότητα ούτως ώστε εάν σε κάποια περίπτωση χρειαστεί να εφαρμοστεί το μέτρο αυτό, να είναι εφικτό, θα μπορούσε κανείς να το προσπεράσει. Εδώ, ενόψει και όλων αυτών των γενικότερων δεδομένων, το νομοσχέδιο αυτό δεν δημιουργεί απλώς μια δυνατότητα, αλλά υπάρχει κίνδυνος να γίνει εκτεταμένη χρήση αυτού του μέσου και ακριβώς για εμάς το πιο σημαντικό είναι η απουσία ορίων. Δηλαδή το νομοσχέδιο δεν αγωνιά να θέσει κάποια όρια, ότι αποκλείονται, ας πούμε, από αυτή τη διαδικασία κτίρια ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας, αποκλείονται κτίρια σε χώρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και ως χώροι πρασίνου, μερικώς τουλάχιστον, ή ως ελεύθεροι χώροι για το κοινό. Δεν υπάρχει καμία απαγόρευση, κανένας περιορισμός. Τα πάντα μπορούν να μπουν στη διαδικασία του να τα πουλάει η Κυβέρνηση και μετά να τα ενοικιάζει μέχρι 99 χρόνια.

Τέθηκαν εδώ συγκεκριμένα ερωτήματα για κτίρια που όλοι καταλαβαίνουμε τη σημασία τους. Παραδείγματος χάριν το νοσοκομείο του Ευαγγελισμού, πανεπιστήμια, σχολεία. Εξαιρείται τίποτε; Με βάση το νόμο τίποτε δεν εξαιρείται. Ακίνητα του ΟΣΕ, ακίνητα της ΕΥΔΑΠ. Τίποτε δεν εξαιρείται. Με απλές αποφάσεις της διυπουργικής επιτροπής και εν συνεχεία αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων μπορούν να προχωρούν σε αυτή την εκποίηση.

Το πρώτο θέμα, λοιπόν, στα πλαίσια αυτού του νομοσχεδίου που μας ανησυχεί, είναι η απουσία ορίων και το δεύτερο θέμα είναι η ασάφεια ως προς τις διαδικασίες υλοποίησης τέτοιων συμβάσεων. Κανείς δεν έχει καταλάβει. Ούτε καν το νομικό πλαίσιο είναι γνωστό, είναι σαφές και το σημειώνει και η έκθεση της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής. Δηλαδή που θα γίνονται αυτές οι συμφωνίες; Θα γίνεται διαγωνισμός; Κατʼ αρχήν είναι εφικτός ο διαγωνισμός εδώ; Ας υποθέσουμε ότι η Κυβέρνηση αποφασίζει να βγάλει το κτίριο της Πλατείας Συντάγματος ή το κτίριο του Υπουργείου Εμπορίου στην Πλατεία Κάνιγγος. Προφανώς εκεί κάποιος πρέπει να δει τι επισκευές χρειάζονται και τι έξοδα χρειάζονται.

Θα πρέπει, λοιπόν, να αποτιμηθεί το κόστος αυτών των εργασιών. Θα πρέπει να συμφωνηθεί ένα μίσθωμα το οποίο να περιλαμβάνει το κόστος αυτό. Τι είδους διαγωνισμός θα είναι, δηλαδή ποιοι φορείς θα πάνε να διαγωνιστούν; Εδώ διαδικασίες ανάθεσης θα είναι, ανεξάρτητα από τον τύπο του πράγματος.

Γιατί, λοιπόν, δεν υπάρχει κάποια, έστω φροντίδα, του νομοθέτη, του νομοσχεδίου, προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά αφήνετε τα πάντα ασαφή;

Μια λύση θα ήταν αυτό που λέει στο άρθρο 14, «με υπουργικές αποφάσεις», να προβλέπεται έστω ότι οι ρυθμίσεις αυτές θα γίνουν με προεδρικό διάταγμα, ούτως ώστε να πάει στο Συμβούλιο της Επικρατείας και να υπάρχει μια δικλείδα ασφαλείας εκεί, ότι αν υπάρχουν χοντρά θέματα που έχουν να κάνουν με το περιβάλλον κ.λπ., ή θέματα νομιμότητας να μπορούν να εντοπιστούν.

Επομένως, κατά τη γνώμη μας, η ορθότερη πράξη σε ό,τι αφορά το θέμα αυτό, θα ήταν να αποσύρει η Κυβέρνηση το νομοσχέδιο –είναι πιο σοβαρό απʼ ό,τι ενδεχομένως θα νόμιζε. Προκαλεί και ενδιαφέρον της κοινής γνώμης μεγαλύτερο απʼ ό,τι ίσως θα νόμιζε η Κυβέρνηση, να γίνει διάλογος με φορείς όπως είναι το Τεχνικό Επιμελητήριο και άλλους και στη συνέχεια να επανέλθει.

Είναι επίσης για εμάς ακατανόητη και η εμμονή της Κυβέρνησης στο άρθρο 19. Είναι ένα άρθρο ειδικό, οι σημαντικότεροι φορείς του χώρου έχουν τις αντιρρήσεις τους, υπάρχουν ανοικτά θέματα στο Συμβούλιο της Επικρατείας και εδώ δεν κατανοούμε την επιμονή της Κυβέρνησης να εκμαιεύσει μια ρύθμιση η οποία είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει να λειτουργήσει στην πράξη. Ευχαριστώ.



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ