ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

10/07/2014

ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ ΣΤΗΝ ΠΕΛΛΑ – ΗΜΑΘΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΝΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΟΜΙΛΙΑΣ ΣΕ ΤΟΠΙΚΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΝΟΜΩΝ



Δεν είναι η πρώτη φορά που επισκέπτομαι την περιοχή. Το 2009, πριν από 5 χρόνια είχα συναντηθεί με τους παραγωγούς στην περιοχή της Κουλούρας , πάλι είχα βρεθεί στο συνεταιρισμό όπου υπήρχαν τα ίδια προβλήματα και τότε, αλλά με τη  διαφορά  ότι ήταν άλλες οι τιμές που έδιναν τότε στους παραγωγούς, το κόστος ήταν ίσως λίγο διαφορετικό. Άρα, αν έχει αλλάξει κάτι από το 2009 έως σήμερα είναι ότι τα πράγματα χειροτέρεψαν για τους παραγωγούς σε σχέση με τη διαφορά κόστους και τιμής πώλησης των προϊόντων τους.

Χρειάζεται μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός για τη στήριξη της αγροτικής παραγωγής και των αγροτών

Αυτά τα λέω γιατί έχουν μια σημασία. Σε αυτόν τον τόπο πρέπει να ξεκινήσουμε να σχεδιάζουμε κάποια στιγμή και ας μην πω μακροπρόθεσμα, αλλά μεσοπρόθεσμα. Διότι, αντιλαμβάνομαι πλήρως ότι μεγάλο πρόβλημα αυτή τη στιγμή του παραγωγού είναι ότι φέτος, ενώ η σοδειά είναι πάρα πολύ καλή, εντούτοις θα αρχίσει να καταριέται το ότι είχε καλή σοδειά. Διότι, πέρσι δεν είχε καλή σοδειά και άρα είχε καλύτερη τιμή το προϊόν. Είχε δηλαδή δυνατότητα διάθεσης του προϊόντος στις μεγάλες αγορές. Αυτό, όμως, είναι ένας παραλογισμός. Η καλή σοδειά δεν είναι κατάρα, αλλά ευλογία.

Τι φταίει, λοιπόν, εκτός από τη συγκυρία; Φταίει το γεγονός ότι δεν έχουμε σχεδιάσει μεσομακροπρόθεσμα ώστε να δημιουργήσουμε εκείνο το θεσμικό πλαίσιο και τις υποδομές προκειμένου να στηρίζεται η αγροτική παραγωγή και ο αγρότης / παραγωγός να μην βλέπει αυτήν την τεράστια διαφορά ανάμεσα στο κόστος παραγωγής, δηλαδή την τιμή στο χωράφι και την τιμή στο ράφι. Όταν σήμερα το ροδάκινο το πουλάει ο παραγωγός 20 λεπτά και εγώ το ψωνίζω στο σούπερ μάρκετ στην Αθήνα 1.80 ευρώ, εδώ πρόκειται για μια αβυσσαλέα διαφορά. Κι αν συγκρίνουμε τη διαφορά κόστους παραγωγής και κόστους κατανάλωσης στην Ελλάδα με το μ.ο. της ΕΕ θα δούμε ότι ενώ στην ΕΕ είναι 1 προς 3, στην Ελλάδα είναι στο 1 προς 8 ή 1 προς 9. Αυτό από μόνο του σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά.

Συγκρούονται δυο Ελλάδες. Η μια της παραγωγής, η άλλη της αρπαχτής

Τα τελευταία 4 χρόνια στη χώρα μας η κρίση ανέδειξε όλα τα δομικά και τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και της κοινωνίας.     Και μέσα από την κρίση βλέπουμε ότι αυτά τα 4 χρόνια υπάρχουν δυο Ελλάδες που συγκρούονται και το ποια θα υπερισχύσει είναι κρίσιμο για το αν θα καταφέρουμε να βγούμε από την κρίση. Η μια είναι η Ελλάδα της παραγωγής, οι άνθρωποι του μόχθου, οι παραγωγοί, οι αγρότες, οι επαγγελματίες, οι επιστήμονες που στην πλειονότητά τους είναι νέοι άνθρωποι που δεν μπορούν να ζήσουν σε αυτόν εδώ τον τόπο με αξιοπρέπεια και αναγκάζονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό ενώ αυτή η χώρα έχει πληρώσει σημαντικό οικονομικό τίμημα για να τους μορφώσει και πάνε και στηρίζουν άλλη παραγωγική βάση. Υπάρχει λοιπόν η Ελλάδα της παραγωγής και υπάρχει και η Ελλάδα της αρπαχτής. Η Ελλάδα της διαπλοκής, των αετονύχηδων δήθεν επενδυτών, των λογιών λογιών επιχειρηματιών λαμόγιων που έρχονται και με τη στήριξη του κράτους συνήθως να κάνουν δήθεν επενδύσεις. Αυτοί οι οποίοι τώρα έχουν βγάλει του κουτάλια, τα πιρούνια και έχουν βάλει την πετσέτα στο λαιμό και περιμένουν το ξεπούλημα της ΔΕΗ για να κερδοσκοπήσουν και να κονομήσουν. Στην Ελλάδα φόρους πληρώνουν μονάχα όσοι είναι άνθρωποι της παραγωγής. Φόρους πληρώνουν τα μεσαία εισοδήματα. Φόρους πληρώνουν οι εργαζόμενοι που δεν μπορούν να κρυφτούν. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες που δεν μπορούν να κρυφτούν. Αν δείτε τι φόρους πληρώνουν αυτοί οι οποίοι όλα τα προηγούμενα χρόνια κέρδιζαν και τώρα συνεχίζουν να κερδίζουν και πόσες δυνατότητες φοροαπαλλαγών έχουν, θα καταλάβετε ότι σε αυτόν τον τόπο δεν μας φταίνε μόνο οι ξένοι. Δεν μας φταίνε μόνο οι άλλοι. Φταίμε κι εμείς. Και όταν λέω εμείς εννοώ αυτοί οι οποίοι κυβέρνησαν τον τόπο, αλλά και εμείς που ανεχτήκαμε να μας κυβερνούν και σήμερα φοβόμαστε ως κοινωνικό σύνολο, γιατί ο φόβος κυριάρχησε στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, να τους δείξουμε την πόρτα της εξόδου. Δεν μπορεί αυτοί που μας οδήγησαν στα βράχια και βύθισαν το σκάφος να το παίζουν τώρα καπεταναίοι και θα μας σώσουν από την κρίση.

Σε αυτή τη χώρα, οι αγρότες πληρώνουν ακριβό πετρέλαιο. Οι εφοπλιστές δεν πληρώνουν ακριβό πετρέλαιο και έχουν φοροαπαλλαγές. Οι αγρότες και οι παραγωγοί πληρώνουν φόρο από το πρώτο ευρώ.  Αυτοί που έχουν φτιάξει τις off shore εταιρίες και κάνουν τις ενδοομιλικές δεν πληρώνουν δεκάρα τσακιστή. Αυτή είναι μια αλήθεια που πρέπει να την καταγράψουμε. Διότι, αυτές οι δυο Ελλάδες συγκρούονται. Η Ελλάδα της παραγωγής με την Ελλάδα της αρπαχτής. Και ποια Ελλάδα θα επικρατήσει είναι το κρίσιμο θέμα για να δούμε πως θα βγούμε και αν θα βγούμε από την κρίση.

Μέχρι στιγμής, αυτοί που μας κυβερνούν κάνουν ό,τι μπορούν για να γίνει καθεστώς η Ελλάδα της αρπαχτής. Για να παρουσιαστεί η κρίση ως ευκαιρία για τα αρπακτικά. Για να μπορέσουν να κερδίσουν περισσότερα. Η κλεπτοκρατία, δηλαδή αυτοί που δεν πληρώνουν φόρους, που γράφουν στα παλιά τους παπούτσια και το κράτος και έχουν κάνει το κράτος πελάτη και θέλουν να παίρνουν τις κρατικές επιδοτήσεις προκειμένου να ομνύουν την ελεύθερη αγορά.

Επίτηδες χρησιμοποιούν το όρο «Μικρή ΔΕΗ» για να μην καταλάβουμε το μεγάλο φαγοπότι

Έχετε πάρει χαμπάρι γιατί ξεπουλάνε τη ΔΕΗ; Και πόσο κοστολογείται; Λένε «Μικρή ΔΕΗ». Αλλά ποια «Μικρή ΔΕΗ»; Επίτηδες χρησιμοποιούν το όρο «Μικρή ΔΕΗ» για να μην καταλάβουμε το μεγάλο φαγοπότι το οποίο έχει συντελεστεί. Διότι, λένε «Μικρή ΔΕΗ», αλλά στην πραγματικότητα ξεπουλιέται όλη η Δυτική Μακεδονία. Ξεπουλιούνται ατμοηλεκτρικοί σταθμοί που εδώ και δεκαετίες έχουν στηθεί από το υστέρημα του λαού και αυτό δεν μπορεί να κοστολογηθεί. Θέλει ο ιδιώτης να επενδύσει;. Ας πάρει ένα συγκεκριμένο μέρος των λιγνιτικών πεδίων και να επενδύσει. Γιατί δεν πάει; Είδαμε πριν από  3 χρόνια διαδικασίες και διαγωνισμούς και κανένας δεν πήγε να επενδύσει ούτε ένα ευρώ. Γιατί; Γιατί η Ελλάδα της αρπαχτής και η κλίκα της αρπαχτής έχει συνηθίσει όχι στη λογική της ελεύθερης αγοράς, αλλά στη λογική του καρτέλ και της αξιοποίησης του δημόσιου πλούτου για να κερδίζουν υπεραξία, χωρίς να βάλουν τίποτα από την τσέπη τους. Όπως έγινε και με τις τράπεζες που τις πληρώνει ο λαός και κάθονται οι ίδιοι που της χρεοκόπησαν να τις διοικούν και τα κορόιδα πληρώνουν, έτσι και με το δημόσιο πλούτο. Ποιος θα κοστολογήσει το λιγνιτικό πεδίο, δηλαδή τον τεχνικό πλούτο τον οποίο θα πάρουν έναντι πινακίου φακής; Ποιος κοστολογεί το φυσικό πλούτο της χώρας; Και μετά σου λένε «Μικρή ΔΕΗ». «Μικρή ΔΕΗ», μεγάλο φαγοπότι.

Και γιατί όλο αυτό; Γιατί οι πιστωτές θέλουν να πάρουν ζεστό χρήμα. Οι πιστωτές έχουν αρχίσει να καταλαβαίνουν ότι ο χρόνος τελειώνει και θα αλλάξουν τα πράγματα. Αυτός ο λαός δεν μπορεί να είναι διαρκώς φοβισμένος. Και, άρα, λένε ό,τι προλάβουμε τώρα. Δεύτερον, διότι όλοι αυτοί οι της αρπαχτής που μας κυβερνάνε τόσα χρόνια, η διαπλοκή της πολιτικής και με την οικονομική εξουσία, σου λένε τώρα ό,τι προλάβουμε να αρπάξουμε. Και, φυσικά, οι εκλεκτοί τους που μας κυβερνούν, αυτοί που μας οδήγησαν στα βράχια και τώρα έρχονται για να κάνουν το παιχνίδι τους, είναι απ’ ό,τι φαίνεται αποφασισμένοι να παρακάμψουν το Σύνταγμα, του νόμους, την ίδια τη δημοκρατία. Και μας λένε: δεν μας νοιάζει τι θα αποφασίσει η βουλή, εμείς θα την κλείσουμε τη βουλή. Μήπως να την κλείσετε και οριστικά και όχι μόνο για το καλοκαίρι; Αν σας ενοχλεί τόσο πολύ, κλείστε την και οριστικά.

Σε αυτόν τον τόπο, όμως, υπάρχουν και κανόνες. Υπάρχει το Σύνταγμα. Και η εποχή του «αποφασίζωμεν και διατάσσωμεν» έχει περάσει ανεπιστρεπτί . Η κυβέρνηση πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι είναι κυβέρνηση λαϊκής μειοψηφίας και δεν μπορεί να κυβερνά με το αποφασίζουμε και διατάζουμε. Τουλάχιστον δεν μπορεί για πολύ ακόμα να κυβερνά έτσι. Ο φόβος έχει ήδη περάσει στην άλλη πλευρά. Ο λαός έχει σταματήσει να φοβάται και αγανακτεί. Αυτοί που κυβερνούν φοβούνται τη λαϊκή ετυμηγορία και φυσικά τα δημοψηφίσματα, αλλά και την ίδια την ολομέλεια της βουλής, διότι οι ίδιοι οι δικοί τους βουλευτές αρχίζουν σιγά-σιγά, κάτω από τη λαϊκή πίεση και κατακραυγή και σκεπτόμενοι την επόμενη μέρα, να διαφοροποιούνται.  

Όσιο περιμένουν να βγούμε από την κρίση ως «εκ του θαύματος», να έρθει κάποιος μεσσίας να μας σώσει – εδώ και η Αργεντινή χθες δεν στηρίχτηκε στον Μέσι, αλλά στο ομαδικό παιχνίδι  για να μπορέσει να προκριθεί  - και μεσσίες μπορεί να υπάρχουν στο ποδόσφαιρο, αλλά στην πραγματική ζωή δεν έχουμε μεσσίες. Για να βγούμε από την κρίση δεν βρέξει μάννα από τον ουρανό, ούτε θα περιμένουμε να μας σώσουν κάποιοι εταίροι, κάποιοι απ’ έξω, αλλά πρέπει να σταθούμε στα πόδια μας. Κι αν θέλουμε να σταθούμε στα πόδια μας πρέπει επιτέλους να προχωρήσουμε σε έναν σχεδιασμό μακρόπνοο. Και οι περισσότεροι εδώ που είστε και παραγωγοί ξέρετε ότι όταν σπείρεις ένα χωράφι, δεν θα θερίσεις την επόμενη μέρα, αλλά θέλεις χρόνο για να θερίσεις.

Εδώ, λοιπόν, πρέπει να φτιάξουμε υποδομές και να στρέψουμε το ενδιαφέρον της συζήτησής μας σε αυτό που εμείς ονομάζουμε παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου. Να στηρίξουμε την Ελλάδα της παραγωγής με κάθε μέσο .  Πρέπει να δούμε ποια είναι τα πλεονεκτήματα και ποιες είναι οι δυνατότητες αυτής της χώρας. Θα σας πω συνοπτικά ότι είναι δυο. Η γεωγραφική της θέση και οι άνθρωποί της. Εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης η Ελλάδα είναι μια ευλογημένη χώρα. Αυτό σημαίνει όχι μόνο τουρισμός που είναι σημαντικός αλλά πρέπει να αναπτυχθεί με άλλο τρόπο, αλλά και αξιοποίηση αυτού του ευλογημένου κλίματος. Η Ελλάδα μπορεί να έχει ποιοτική παραγωγή προϊόντων. Πρέπει να στηριχτούν τα ποιοτικά αγροτικά προϊόντα.  Το κράτος πρέπει να έχει σχεδιασμό και να μην αφήνει τους παραγωγούς έρμαια στην αγορά και τις συνθήκες της αγοράς. Ποια διακρατική συμφωνία έχει γίνει; Όλα αυτά τα χρόνια ακούμε να ξεπουλήσουν τον ΟΛΠ, τον ΟΛΘ, να δώσουν το ένα στους κινέζους, το άλλο στους ρώσους. Ποια συμφωνία διακρατική έγινε με αυτές τις χώρες ώστε να έχει μια ανταποδοτικότητα και αυτή η συμφωνία να λέει ότι κάτι δίνω, αλλά και κάτι παίρνω. Να υποχρεώσω αυτές τις χώρες να εισάγουν προϊόντα αγροτικά ποιοτικά μέσα από μια στοχευμένη συμφωνία και μέσα από ένα πρόγραμμα το οποίο θα έχει μια απόδοση. Υπήρξε ποτέ σε αυτόν τον τόπο σχεδιασμός, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο θεσμικής υποστήριξης της παραγωγικής διαδικασίας; Ποτέ δεν υπήρξε. Κι αν υπήρξε στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 το συνεταιριστικό κίνημα και η αξιοποίηση των μεσογειακών προγραμμάτων, σήμερα πρέπει να παραδεχτούμε ότι μια από τις μεγαλύτερες πληγές του αγροτικού κόσμου είναι η ανυπαρξία ισχυρού και αξιόπιστου συνεταιριστικού κινήματος. Και επειδή άκουσα να λέτε για το πώς άλλες χώρες καταφέρουν εντός ευρωπαϊκού πλαισίου και στηρίζουν την παραγωγή, πρέπει να μελετήσουμε τι κάνουν για παράδειγμα στην Ισπανία και ας πάρουμε και άλλα παραδείγματα για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε και εμείς, προκειμένου να στηρίξουμε την παραγωγή. Αυτό δεν το έχουμε κάνει και αντ΄ αυτού τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια εκδικητική μανία απέναντι σε καθετί παραγωγικό σε αυτόν τον τόπο. Διότι, όταν ο παραγωγός ροδάκινου μας λέει σήμερα ότι το κόστος του είναι στο 0.25 και η τιμή στα 20λεπτά, το κόστος 0.25 είναι αδιανόητο. Από τη δεκαετία του ΄80 οι τιμές είναι περίπου ίδιες, ενώ το κόστος έχει ανέβει εξωφρενικά. Και το υψηλό κόστος οφείλεται σε συγκεκριμένες πολιτικές και αποφάσεις όλα αυτά τα χρόνια.

Μείωση κόστους παραγωγής και ενέργειας

Και να γίνω λίγο πιο συγκεκριμένος για το ενεργειακό κόστος. Δεν μπορεί το πετρέλαιο να είναι 1.5 έως 2 φορές παραπάνω για τον έλληνα αγρότη απ’ ό,τι είναι για τον ανταγωνιστή του στην υπόλοιπη Ευρώπη. Άρα, βασική στοιχειώδης δέσμευση μιας πολιτείας  η οποία θέλει όχι υποκριτικά, αλλά ουσιαστικά να στηρίξει την παραγωγή είναι ότι θα πάρει μέτρα, ώστε να μειώσει το κόστος παραγωγής και κυρίως το ενεργειακό κόστος. Το πετρέλαιο πρέπει να είναι στις τιμές του μ.ο. της ΕΕ. Για το ρεύμα και αυτό έχει να κάνει με το γιατί χρειαζόμαστε μια πραγματικά δημόσια, υπό δημόσιο έλεγχο και με εθνική στρατηγική, επιχείρηση ηλεκτρισμού. Για τα εφόδια και το πώς έχουν δημιουργηθεί καρτέλ και δεν υπάρχει έλεγχος των τιμών. Για παράδειγμα, το πώς ένας αγρότης – παραγωγός το ίδιο προϊόν, το ίδιο γεωργικό εφόδιο το πληρώνει στην Ελλάδα 2 φορές παραπάνω από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ. Η φορολογία. Είναι δυνατόν να αντιμετωπίζουμε τον παραγωγό σαν να είναι κανένας μεγαλοεπιχειρηματίας και να φορολογείται το μέσο της παραγωγής; Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σχέδιο να φορολογήσει δίκαια τον ελληνικό λαό. Πολλοί μας κατηγορούν ότι θα έρθουμε και θα επιβάλουμε φόρους. Ναι, θα επιβάλουμε φόρους στους έχοντες και θα σταματήσει αυτό το πανηγύρι της φοροδιαφυγής . Αλλά όταν επιβάλλεται φόρος  και μάλιστα υψηλός στο μέσο της παραγωγής διαλύεται η παραγωγική διαδικασία. Δεν μπορείς να φορολογείς το εφόδιο του παραγωγού που είναι το χωράφι στο οποίο θα παράξει. Είναι τελείως λάθος λογική. Δεν μπορείς να έχεις φορολογία από το πρώτο ευρώ. Το αφορολόγητο πρέπει να επανέλθει και να υπάρξει μια ανάσα για να υπάρξουν βεβαίως και κίνητρα προς αυτήν την κατεύθυνση. Και, τέλος, δεν μπορείς να στηρίξεις την αγροτική παραγωγή όταν έχεις πάρει την απόφαση να διαλύσεις την τράπεζα που στηρίζει τον παραγωγό. Δεν μπορείς να έχεις αγροτική οικονομία, χωρίς αγροτική τράπεζα. Κυνήγα τώρα εσύ την Τράπεζα Πειραιώς να σου κάνει ειδικές ρυθμίσεις. Άρα, λοιπόν, είναι αναγκαία προϋπόθεση η τράπεζα ειδικού σκοπού που θα στηρίζει τον παραγωγό, θα δίνει ρευστότητα στην παραγωγή για να στραφούμε στην παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα.

Επιπλέον, το θέμα της αποσύνδεσης των επιδοτήσεων από την παραγωγή.  Μεγάλη καταστροφή και θα πει κανείς ότι βεβαίως αυτά είναι τα καταστροφικά της ΚΑΠ και της ΕΕ, αλλά η χώρα έχει ευθύνη. Αν  μια χώρα έπρεπε να παίξει ισχυρό και πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια διαπραγμάτευση που θα αλλάξει το πλαίσιο της ΚΑΠ ήταν η Ελλάδα και δεν το έκανε ποτέ. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να αναφέρουμε και τις στρεβλώσεις του παλιού καθεστώτος, διότι ήθελαν να διαβρώσουν και τον αγροτικό κόσμο, όπως διάβρωσαν και τους συνεταιρισμούς και αγροτικό κίνημα. Και το όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά ήταν μια στρέβλωση. Και αυτό κάποτε το υποστήριζαν και κάποιοι αριστεροί. Το να καταγράφεται ως επιδότηση στρέμματα που υπερβαίνουν τις γεωργικές εκτάσεις σε όλη τη χώρα, είναι στρέβλωση. Η αποσύνδεση, όμως, της επιδότησης από την παραγωγή ήταν καταστροφική, οδήγησε σε μια λογική όχι να παράγουμε, αλλά να δηλώνουμε ότι παράγουμε. Αυτό μπορεί συγκυριακά να είχε κάποια οφέλη, αλλά μακροπρόθεσμα μας έχει οδηγήσει σε μια καταστροφική κατάσταση. Η επιδότηση πρέπει να είναι στην παραγωγή και όχι στις εκτάσεις.

Κατά την εκτίμησή μας, χρειάζεται εκ βάθρων ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος. Στις συναντήσει που είχα άκουσα του αγρότες, τους φορείς και τους παραγωγούς να μιλούν για την ανάγκη να υπάρξει ένας εθνικός φορέας διαχείρισης. Ένας ενιαίος φορέας διαχείρισης για το ροδάκινο. Είναι μια σκέψη που έχει μια βάση και θα ήθελα τη βασική αντίληψη να την υιοθετήσω, λέγοντας, όμως, το εξής. Δεν ξέρω αν θα είναι ο ένας συνεταιρισμός ή η συνένωση, αλλά αυτή η ιστορία στην Ελλάδα είναι προβληματική. Αν δούμε, για παράδειγμα, το μοντέλο στην Ισπανία θα διαπιστώσουμε για το λάδι που βγάζει και περισσότερους τόνους η Ισπανία από την Ελλάδα δεν υπάρχουν 150 ή 200 συνεταιρισμοί, αλλά μόνο ένας. Και με αυτόν τον τρόπο και με το θεσμικό πλαίσιο υπάρχει καλύτερη δυνατότητα διαχείρισης. Δεν ξέρω, λοιπόν, αν θα είναι ο ένας συνεταιρισμός η ό φορέας διαχείρισης που θα συνενώνει τους υπάρχοντες, αλλά θα πρέπει να εξυγιανθούν και να βρίσκονται δίπλα στον παραγωγό. Πράγματι πρέπει να υπάρξει μια συγκέντρωση του σχεδιασμού και της διαπραγμάτευσης, προκειμένου να υπάρχει καλύτερο αποτέλεσμα για τον παραγωγό και για την πώληση του προϊόντος ή την εξαγωγή. Μιλάμε όμως και για τις στοιχειώδεις κινήσεις δημιουργίας ενός θεσμικού πλαισίου που θα στηρίζει την παραγωγή. Φαντάζομαι ότι αυτός ο ενιαίος φορέας θα πρέπει να έχει ως αντικείμενο το να καταλήγει σε μια ολοκληρωμένη συνολική συμφωνία για το ροδάκινο που θα πρέπει να υπάρχει η δέσμευση ότι θα εφαρμόζεται. Με μέγιστο και ελάχιστο κόστος καλλιέργειας και μέγιστες και ελάχιστες τιμές που θα εξασφαλίζουν μια εγγυημένη αμοιβή εργασίας στους παραγωγούς και ένα χρηματικό κέρδος.

Για να μην με κατηγορήσετε ότι ήρθα εδώ για να σας πω πράγματα τα οποία είναι μακροπρόθεσμα και θα μπορούσα να σας πω και άλλα, όπως για την ανάγκη επιστημονικής στήριξης από την πολιτεία και τα πανεπιστήμια για την εκπαίδευση των αγροτών και την κοινωνική στήριξη από την τοπική αυτοδιοίκηση για την χρηματοδότηση μέσα από το ΕΣΠΑ και τα προγράμματα τοπικής αυτοδιοίκησης, πρέπει να δούμε τι θα γίνει άμεσα και για το πώς δεν θα υπάρξει μια οικονομική καταστροφή για τους παραγωγούς. Και δεν αναφέρομαι  μόνο στους παραγωγούς, αλλά το ξέρουν και οι δήμαρχοι ότι οι περιοχές σας, οι δυο νομοί στην πραγματικότητα στηρίζονται στην παραγωγή ροδάκινου. Υπό αυτήν την έννοια, αν τα πράγματα είναι τόσο δυσάρεστα όσο μου εξήγησαν οι παραγωγοί αυτό θα είναι ένα μεγάλο πλήγμα για την τοπική οικονομία. Γιατί δεν είναι μόνο οι παραγωγοί, αλλά μια σειρά από επαγγέλματα που συνδέονται. Είναι οι εργαζόμενοι στα χωράφια, οι κονσερβοποιίες, οι προμηθευτές και όλοι όσοι ασχολούνται με την παραγωγή του ροδάκινου και τη μεταποίηση.

Πρέπει να υπάρξει ανακούφιση. Την προηγούμενη βδομάδα ήρθε ο Υπουργός και έκανε κάποιες εξαγγελίες. Να πω, όμως, ότι φοβάμαι πως δεν ακούει. Βεβαίως και είναι μια ανάσα η αγορά από δημόσιους φορείς, αλλά απ’ ό,τι έχω καταλάβει είναι μια ασπιρίνη στο πρόβλημα. Παρ’ όλα αυτά, είναι καλό να γίνει. Εγώ θα έλεγα ότι πρέπει να θεσμοθετηθεί μια διαδικασία ανεξάρτητα αν η παραγωγή είναι καλή. Βεβαίως, θα έλεγα ότι είναι σε θετική κατεύθυνση και πρέπει να δούμε και τι δυνατότητες υπάρχουν για την αξιοποίηση σε ότι αφορά τη δυνατότητα αναθεώρησης επιχειρησιακών προγραμμάτων ομάδων παραγωγών για αξιοποίηση των κοινοτικών διαδικασιών, προκειμένου να δούμε αποζημιώσεις από τη διαδικασία της απόσυρσης από την αγορά κατ΄ εξαίρεση και ειδικά για φέτος, με την προϋπόθεση να μην γυρίσουμε σε αυτά που συνέβαιναν τη δεκαετία του ’80. Θα είναι ένα πολύ μεγάλο πισωγύρισμα.  Αν αυτό το κατακτήσουμε, τότε  θα πρέπει οι ποσότητες αυτές  να αποσυρθούν από την αγορά και να υπάρχει μια διεκδίκηση, και μάλιστα σε συμφωνία και με άλλες χώρες που έχουν το ίδιο πρόβλημα. Αλλά αυτό θα έπρεπε να συνδυαστεί με μια διάθεση προϊόντων σε ευπαθείς ομάδες, σε συμπολίτες μας που τα έχουν ανάγκη, λόγω της φτώχειας, και δυστυχώς είναι πολλοί.  

Το θέμα της ανασυγκρότησης της παραγωγής δεν είναι δευτερεύον.  Είναι η κρίσιμη και ουσιαστική συζήτηση που πρέπει να κάνουμε για να δούμε  πώς θα βγούμε από την κρίση.    Χωρίς παραγωγική ανασυγκρότηση και στήριξη της Ελλάδας της παραγωγής, έναντι της Ελλάδας της αρπαχτής,  δεν βγαίνουμε από την κρίση.

ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ