ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

21/01/2020

Κ. Μάλαμα: Οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη από προστασία των πτυχίων τους κι όχι από την υποβάθμισή τους - βίντεο

Κ. Μάλαμα: Οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη από προστασία των πτυχίων τους κι όχι από την υποβάθμισή τους - βίντεο



Ομιλία της βουλευτή Χαλκιδικής του ΣΥΡΙΖΑ, στο σχέδιο νόμου “Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Έρευνας Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων και άλλες διατάξεις”

 

Θα ήθελα να ξεκινήσω την τοποθέτηση μου στο παρόν εκπαιδευτικό νομοσχέδιο από μία διαπίστωση. Η Νέα Δημοκρατία, όπως άλλωστε το δηλώνει κι η ίδια σε κάθε ευκαιρία, διακατέχεται από σύνδρομο αναπόλησης των μνημονίων στην εκπαίδευση. Είναι στον ιδεολογικό της πυρήνα η υποχρηματοδότηση της δημόσιας παιδείας κι οι χάρες στους ιδιώτες, στους κολεγιάρχες, στους σχολάρχες, στους φορείς της ιδιωτικής εκπαίδευσης συνολικά. Η σημερινή κυβέρνηση δεν διαπιστώνει κανένα πρόβλημα υποχρηματοδότησης των Πανεπιστημίων, δεν την ενδιαφέρει εάν υπάρχει επαρκές διδακτικό κι ερευνητικό προσωπικό στα πανεπιστήμια, δεν την ενδιαφέρουν οι σχέσεις εργασίας μέσα στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, οι υποδομές έρευνας, η φοιτητική μέριμνα. Την ενδιαφέρει μόνο να “περικόψει”, να “τιμωρήσει”, να “αξιολογήσει” και να “καθαρίσει” τα πανεπιστήμια. Στην πραγματικότητα η νέα κυβέρνηση δεν κομίζει καμία νέα ιδέα για την παιδεία. Απλώς ονειρεύεται την επιστροφή στο μνημόνιο, για να προωθήσει την ιδιωτική εκπαίδευση σε βάρος της δημόσιας.

Το νομοσχέδιο αυτό προφανώς δεν αποτελεί κάποια “μεταρρυθμιστική τομή”, όπως με στόμφο δηλώνουν οι συνάδελφοι της πλειοψηφίας. Απλώς μετονομάζει φορείς που ήδη υπάρχουν, όπως η είναι η αρχή που αξιολογεί τα δημόσια πανεπιστήμια κι η οποία αλλάζει όνομα από Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση σε Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης. Αυτή η μετονομασία υπαγορεύεται προφανώς από την ανάγκη χειραγώγησης της ανεξαρτησίας της αρχής, του διορισμού νέας διοίκησης σε αυτή και του ελέγχου της από την κυβέρνηση.

Τι θα κάνει όμως αυτή η αρχή; Τίποτα το καινοφανές. Απλά θα αξιολογήσει τα πανεπιστήμια, με κριτήρια που θα καθορίζονται από τον ίδιο τον Υπουργό Παιδείας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2γ του νομοσχεδίου και θα εφαρμόσει τιμωρητική αξιολόγηση περικόπτοντας το 20% της χρηματοδότησης σε όσα ιδρύματα δεν εντάσσονται στα κριτήρια του Υπουργού. Τι θα συμβεί με άλλα λόγια, σε όσα Ιδρύματα δεν προσέρχονται ως επαίτες στο γραφείο του Υπουργού; Δεν θα λαμβάνουν το 20% της χρηματοδότησης τους. Αν αυτό δεν είναι η χειρότερη μορφή κομματικοποίησης των πανεπιστημίων τότε τι είναι;

Ισχυρίζεται η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ότι η αξιολόγηση θα είναι εξωτερική κι αντικειμενική, καθώς θα εδράζεται σε ποσοτικούς δείκτες, όπως είναι ο ρυθμός αποφοίτησης των φοιτητών κι η απορρόφηση τους από την αγορά εργασίας. Με τον τρόπο αυτό φυσικά ανοίγει η γνωστή νεοφιλελεύθερη κερκόπορτα για την άλωση των περιφερειακών πανεπιστημίων, τα οποία είναι διαρκώς υποστελεχωμένα και με ελλείπεις υποδομές φοιτητικής μέριμνας. Αντί να αυξηθεί η χρηματοδότηση εκεί ακριβώς όπου εντοπίζονται αυτά τα προβλήματα, το υπουργείο θα εντείνει κι άλλο το χάσμα, μέσα από το κλείσιμο της κάνουλας της χρηματοδότησης και θα δημιουργήσει δημόσια πανεπιστήμια πολλαπλών ταχυτήτων, σε βάρος των φοιτητών, των οικογενειών τους και της δημόσιας παιδείας συνολικά.

Κι εκεί ακριβώς έρχεται η πολιτική αυτή να συνδυαστεί με το όραμα της νέας κυβέρνησης, για εντός εισαγωγικών “ελεύθερα κολέγια”. Για ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση, την οποία προσπαθεί μάλιστα να εξισώσει, ως προς το θέμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων, με τη δημόσια. Με το άρθρο 50 του νομοσχεδίου η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας κάνει δώρο στους κολλεγιάρχες την επαγγελματική ισοδυναμία των τίτλων σπουδών κολεγίων με τα πτυχία των αποφοίτων των δημοσίων πανεπιστημίων, για όσους θέλουν να εργαστούν ως εκπαιδευτικοί στη δημόσια εκπαίδευση. Δηλαδή, για τον διορισμό ενός εκπαιδευτικού δεν θα απαιτείται πλέον πτυχίο ελληνικού Πανεπιστημίου ή πανεπιστημίου της αλλοδαπής, που έχει αναγνωριστεί από τον αρμόδιο δημόσιο οργανισμό, τον ΔΟΑΤΑΠ. Θα αρκεί ένα πτυχίο κολλεγίου που, σύμφωνα με το άρθρο 50 του νομοσχεδίου, θα είναι πλέον επαγγελματικά ισοδύναμο. Αυτή τη διάταξη άραγε την επικροτεί η εκπαιδευτική κοινότητα; Την επικροτούν τα δημόσια πανεπιστήμια;

Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε η συμπεριφορά της ηγεσίας του Υπουργείου και βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας στη συνεδρίαση της ακρόασης των φορέων επί του συγκεκριμένου ζητήματος στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και την πλειοψηφίας επέπληξαν εντελώς άκομψα τους Πρυτάνεις, τους καθηγητές πανεπιστημίου και τους φορείς του εκπαιδευτικού κόσμου που εξέφρασαν την οργιώδη αντίθεσή τους στη συγκεκριμένη διάταξη.

Δυστυχώς, το σημερινό νομοσχέδιο όχι απλώς αγνοεί τις ανάγκες της δημόσιας εκπαίδευσης, όχι απλώς υποβιβάζει την πορεία χιλιάδων επιστημόνων των ελληνικών πανεπιστημίων, εξισώνοντάς τα δημόσια πανεπιστήμια με τα κολέγια, όχι απλώς βυθίζει τα ΑΕΙ στην υποχρηματοδότηση, αλλά μας γυρνάει πίσω στις πιο σκοτεινές μνημονιακές μέρες της παιδείας. Τα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν ανάγκη από στήριξη κι όχι από τιμωρία. Οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί έχουν ανάγκη από προστασία των πτυχίων τους κι όχι από την υποβάθμιση τους, μέσω της εξίσωσης με τους τίτλους σπουδών των κολεγίων. Η δημόσια παιδεία γενικά έχει ανάγκη από χρηματοδότηση, από διορισμούς, από μέριμνα, από ισχυρές δομές, από δυνατά δημόσια πανεπιστήμια. Η κυβέρνηση δεν έχει τίποτα από αυτά στις προτεραιότητες της. Αντίθετα, θέλει καταστολή, υποχρηματοδότηση, υποβάθμιση κι αυτά ακριβώς νομοθετεί.



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ