ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

03/05/2020

Ανδρ. Ξανθός: Η κυβέρνηση δεν έχει την πολιτική βούληση να ανταποκριθεί στο καθολικό κοινωνικό αίτημα για γενναία παρέμβαση στο ΕΣΥ

Ανδρ. Ξανθός: Η κυβέρνηση δεν έχει την πολιτική βούληση να ανταποκριθεί στο καθολικό κοινωνικό αίτημα για γενναία παρέμβαση στο ΕΣΥ



Συνέντευξη του τομεάρχη Υγείας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, στο ieidiseis.gr

 

- Εκτιμάτε ότι η κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε επαρκώς το διάστημα της καραντίνας ώστε να προετοιμαστεί επαρκώς το σύστημα υγείας ενόψει πιθανόν δεύτερου γύρου της πανδημίας;

Προφανώς όχι. Και στο πεδίο της Υγείας η κυβέρνηση δεν έκανε ούτε όσα έπρεπε ούτε όσα μπορούσε. Το lockdown αποδείχθηκε αποτελεσματικό για την ελεγχόμενη διασπορά του ιού στο γενικό πληθυσμό και την αποφυγή μιας υγειονομικής τραγωδίας, όμως είναι αλήθεια ότι δεν αξιοποιήθηκε για την επαρκή, μόνιμη και σε βάθος χρόνου προετοιμασία του ΕΣΥ για το νέο επιδημικό κύμα το φθινόπωρο, αλλά και για την συνολική αναβάθμιση της δημόσιας περίθαλψης και των υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας. Η βασική κριτική μας προς Υπουργείο Υγείας είναι ότι η όποια ενίσχυση του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό -και ιδιαίτερα γιατρών - ήταν πολύ οριακή και δεν συνοδεύεται από σχέδιο μόνιμης επένδυσης στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Ακόμα και αν δεχθούμε ως ειλικρινείς τις -έστω κατόπιν εορτής- δηλώσεις αναγνώρισης και εκτίμησης προς το ΕΣΥ και τους ανθρώπους του, δεν υπάρχει καμιά κίνηση που να τις επιβεβαιώνει. Δεν έχουμε δει καμιά προκήρυξη μόνιμων θέσεων γιατρών και λοιπού προσωπικού, καμιά παρέμβαση για σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη επιπλέον κλινών ΜΕΘ, για ενίσχυση των δομών της ΠΦΥ, για αναμόρφωση των αποδοχών των γιατρών, των νοσηλευτών και των υπόλοιπων υγειονομικών . Επίσης, δεν ενισχύονται με επιστημονικό προσωπικό οι Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας του Κράτους και των Περιφερειών, δηλαδή με γιατρούς Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Ιατρικής, επόπτες Δημόσιας Υγείας, Γιατρούς Εργασίας, επιστημονικό προσωπικό για τα Εργαστήρια Δημόσιας Υγείας κλπ.

Άρα ούτε «θωράκιση» του ΕΣΥ και της Δημόσιας Υγείας προκύπτει, ούτε «παρακαταθήκη» στη δημόσια περίθαλψη θα υπάρξει μετά τη λήξη των συμβάσεων του επικουρικού προσωπικού, ούτε οι νέες ανάγκες που ανέδειξε η πανδημία ( οικογενειακός γιατρός, δίκτυο Τοπικών Μονάδων Υγείας, αυτόνομη στελέχωση των ΤΕΠ, κινητές μονάδες υγείας, κατ’ οίκον φροντίδα, κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας, μόνιμος μηχανισμός επιδημιολογικής επιτήρησης και παρέμβασης, υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία κλπ) πρόκειται να καλυφθούν μέσα από ένα σύγχρονο και αξιόπιστο Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Η κυβέρνηση δεν έχει την πολιτική βούληση να ανταποκριθεί στο καθολικό κοινωνικό αίτημα για γενναία παρέμβαση στο ΕΣΥ με την ευκαιρία της κρίσης, επειδή δεν είναι συμβατό με το ιδεολογικό της DNA, δεν το πιστεύει και ενδίδει συνεχώς στις πιέσεις των επιχειρηματιών υγείας και των ιδιωτικών συμφερόντων.

Μόνο 3.000 συμβασιούχοι και εξ αυτών μόνο 400 γιατροί

- Επειδή όντως έχουμε χάσει το μέτρημα από τις εξαγγελίες που έχουν γίνει, τι προσλήψεις έχουν γίνει με το ξέσπασμα της κρίσης; Και τι κενά υπάρχουν στο χώρο της υγείας σήμερα;

Στο βαθμό που τα στοιχεία που ανακοινώνονται είναι ακριβή και αφορούν την ανάληψη υπηρεσίας στα νοσοκομεία και όχι την έγκριση της πρόσληψης, φαίνεται να έχουν πραγματοποιηθεί περίπου 3000 προσλήψεις συμβασιούχων, εκ των οποίων μόνο 400 αφορούν ειδικευμένους γιατρούς. Έχουμε ζητήσει αναλυτική εικόνα ανά νοσοκομείο αλλά το Υπουργείο Υγείας αρνείται να μας τη δώσει και συνεχίζει να παρουσιάζει συγκεντρωτικά στοιχεία ανά ΥΠΕ. Σε κάθε περίπτωση, η «ένεση» αυτή προσωπικού δεν φτάνει ούτε για να καλύψει με σταθερό τρόπο τις κλινικές Covid-19 και τις επιπλέον κλίνες ΜΕΘ που αναπτύχθηκαν στα νοσοκομεία όλης της χώρας. Θα φανεί αυτό την επόμενη βδομάδα που επανέρχεται η τακτική λειτουργία του ΕΣΥ και το προσωπικό που είχε μετακινηθεί προσωρινά για να «μπαλώσει» τα κενά, θα επιστρέψει στη θέση του. Θα αποδειχθεί επίσης ότι οι υποτιθέμενες 1015 κλίνες ΜΕΘ που ανέπτυξε η κυβέρνηση είναι σε μεγάλο βαθμό ένα «επικοινωνιακό κατασκεύασμα», αφού προστίθενται οι προϋπάρχουσες κλίνες των στρατιωτικών νοσοκομείων και των ιδιωτικών κλινικών, ενώ τα νέα κρεβάτια στην πλειονότητα τους προέκυψαν από μετατροπή κλινών ΜΑΦ, στεφανιαίων μονάδων, καρδιοχειρουργικών ή νευροχειρουργικών μονάδων σε ΜΕΘ.

Μόλις αρχίσει η «αποσυμπίεση» του ΕΣΥ και επανέλθει στην εφημερία των νοσοκομείων η συνήθης ροή περιστατικών που είχε «κατασταλεί» λόγω καραντίνας, μόλις επαναλειτουργήσουν τα τακτικά χειρουργεία, όλη αυτή η επίπλαστη εικόνα των «αλμάτων που έγιναν σε χρόνο ρεκόρ» θα καταρρεύσει. Τα διαχρονικά κενά σε ανθρώπινο δυναμικό είναι το μεγάλο δομικό έλλειμμα του ΕΣΥ. Επιδεινώθηκαν τα πρώτα μνημονιακά χρόνια που «πάγωσαν» οι προσλήψεις, μειώθηκαν στη συνέχεια επί ΣΥΡΙΖΑ και δρομολογήθηκε η στοχευμένη ενίσχυση του συστήματος εκεί που «πονά», όπως στην ΠΦΥ με 127 νέες δομές (ΤΟΜΥ) και 450 θέσεις ειδικευμένων γιατρών στα Κέντρα Υγείας, στα ΤΕΠ με τη θεσμοθέτηση της εξειδίκευσης στην Επείγουσα Ιατρική και την προκήρυξη 500 θέσεων ειδικευμένων γιατρών, στις ΜΕΘ με την κάλυψη όλων των κενών οργανικών θέσεων των γιατρών (200) και την αύξηση κατά 100 των διαθέσιμων δημόσιων κλινών Εντατικής . Για να αντιμετωπιστεί ριζικά η κρίση στελέχωσης στο ΕΣΥ, απαιτείται ένας πολυετής προγραμματισμός μόνιμων προσλήψεων, με παράλληλη ανανέωση των συμβάσεων του επικουρικού ιατρικού και λοιπού προσωπικού και των εργαζομένων του ΟΑΕΔ μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία πρόσληψης μέσω ΑΣΕΠ ή των ειδικών Συμβουλίων Επιλογής των γιατρών.

Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του προγράμματος «Μένουμε όρθιοι» αφορά προκήρυξη 4000 θέσεων για το 2020 και στη συνέχεια 3000 κάθε χρόνο για το 2021-2023. Χρειάζεται όμως και μια θεσμική πρόβλεψη για την αυτόματη προκήρυξη (χωρίς Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου) όσων θέσεων γιατρών και λοιπού προσωπικού των νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας μένουν κενές λόγω συνταξιοδότησης ή αποχώρησης, αλλά και η αυτόματη επαναπροκήρυξη με ενισχυμένα κίνητρα (μισθολογικά, επιστημονικά, βαθμολογικά) όσων θέσεων γιατρών ΕΣΥ βγαίνουν άγονες. Μόνο έτσι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε δραστικά και οριστικά το πρόβλημα της υποστελέχωσης και της διαιώνισης των κενών στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας.

Ένταξη στα Βαρέα και Ανθυγιεινά και αναμόρφωση μισθολογίου.

- Ως προς την ενίσχυση των γιατρών και των νοσηλευτών τι πρέπει κατά τη γνώμη σας να γίνει; Και χρειάζεται όντως Επιτροπή που να αποφασίσει τον Ιούνιο για το εάν πρέπει να ενταχθούν στα βαρέα και ανθυγιεινά οι εργαζόμενοι του ΕΣΥ;

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε να διαχειριστεί τη μνημονιακή υποχρέωση εξορθολογισμού του καθεστώτος για τα ανθυγιεινά επαγγέλματα στο Δημόσιο. Δεν επιτρέψαμε καμιά συζήτηση για περικοπή του ανθυγιεινού επιδόματος των νοσηλευτών αλλά, αντίθετα, δρομολογήσαμε την αναθεώρηση των κριτηρίων για τους επαγγελματίες υγείας με βάση τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα . Η διαδικασία αυτή δεν ολοκληρώθηκε μέχρι τις εκλογές και παρέμεινε η εκκρεμότητα. Σήμερα η πανδημία και η ανάγκη στοιχειώδους επιβράβευσης των «ανθρώπων της πρώτης γραμμής», επιβάλλει την επίσπευση της ένταξης όλων των εργαζομένων του ΕΣΥ στα ΒΑΕ (βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα). Είναι ένα αίτημα που μπορεί να εξασφαλίσει ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συναίνεση.

Αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό. Πρέπει να ξεκινήσει και η συζήτηση για την αναμόρφωση του μισθολογίου των γιατρών ΕΣΥ και η πρόβλεψη ειδικού μισθολογίου για τους υπόλοιπους υγειονομικούς. Δεν είναι μόνο για λόγους αναγνώρισης της προσφοράς τους ούτε μόνο για την αποκατάσταση αδικιών της περιόδου των Μνημονίων, αλλά και για λόγους αντιστροφής του braindrain των νέων γιατρών και επιστημόνων.

 

«Δεν βλέπω κανένα λόγο να αλλάξουμε γραμμή»

- Το τελευταίο διάστημα κάποιοι αφήνουν αιχμές για την Επιστημονική Επιτροπή υπό τον Σωτήρη Τσιόδρα ότι υποκύπτει στις πιέσεις της κυβέρνησης για κάποιες της αποφάσεις ή ότι –πολύ χειρότερα- κατά κάποιο τρόπο συμμετέχει στους σχεδιασμούς της. Συμμερίζεσθε τον προβληματισμό αυτό;

Αν συμφωνήσουμε ότι ήταν σωστή η μέχρι τώρα πολιτική στάση του ΣΥΡΙΖΑ στην πανδημία, δηλαδή η στήριξη της στρατηγικής της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων υπό τον Σωτήρη Τσιόδρα και ο έλεγχος της κυβέρνησης για κενά, παραλείψεις , λάθη ή αδιαφανείς χειρισμούς, δεν βλέπω κανένα λόγο να αλλάξουμε γραμμή. Ειδικά μετά την αποδεδειγμένα καλή πορεία που έχει η πανδημία στη χώρα και την οριστική, ελπίζω, αποφυγή μιας υγειονομικής τραγωδίας στην Ελλάδα. Είναι εύλογο να δημιουργούνται ερωτηματικά στην κοινή γνώμη για τις αντιφάσεις ή τις αναπροσαρμογές στις επιστημονικές συστάσεις διεθνώς, με βάση τα νέα ερευνητικά και κλινικά δεδομένα. Όπως είναι αναγκαίο να προβληματιστούμε για τα νέα όρια Επιστήμης και Πολιτικής στη ζωή των ανθρώπων, ειδικά μετά τη μεγάλη υγειονομική κρίση που ζούμε.

Δεν μπορούμε όμως στο όνομα των προβλημάτων, των αβεβαιοτήτων και των ανασφαλειών της μετά το lockdown περιόδου, να στοχοποιείται ο κ. Τσιόδρας και η Επιτροπή των λοιμωξιολόγων-επιδημιολόγων για τις ιδεοληψίες, τις ανεπάρκειες, τις αστοχίες ή τις πολιτικές ιδιοτέλειες της κυβέρνησης. Χρειαζόμαστε τη μέγιστη δυνατή επιστημονική τεκμηρίωση των πολιτικών αποφάσεων, όπως και μια νέα σχέση ανάμεσα στην επιστημονική, την ατομική και την κρατική ευθύνη.

 

- Με το τέλος της καραντίνας εισερχόμαστε σε μια νέα φάση στη μάχη κατά του κορωνοϊού. Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιμετώπιση της πανδημίας ποια πρέπει να είναι; Θα εξακολουθήσει πχ να παρέχει τη στήριξη που έδινε κατά το διάστημα της περιόδου «Μένουμε Σπίτι»;

Η γραμμή «ακούμε τους ειδικούς» απέδωσε και αυτό πρέπει να συνεχιστεί και στη νέα φάση της αποκλιμάκωσης των περιοριστικών μέτρων. Οφείλω να τονίσω ότι όπως από την αρχή δεν επενδύσαμε στην καταστροφή και στην αποτυχία των μέτρων (σε αντίθεση με ότι έκανε η ΝΔ σε ανάλογες περιπτώσεις στην κυβερνητική μας θητεία, πχ επιδημική έξαρση της ιλαράς, θάνατοι από εποχική γρίπη και ιό του Δυτικού Νείλου) έτσι και τώρα δεν πρέπει να επενδύσουμε στην αποτυχία της υγειονομικής στρατηγικής στη νέα φάση. Αυτό θα πλήξει ιδιαίτερα την πολιτική μας σοβαρότητα και αξιοπιστία. Η στήριξη των επιστημόνων που έχουν αναλάβει την πολύ μεγάλη ευθύνη της σωστής αξιολόγησης των ιατρικών δεδομένων και της χάραξης ενός ασφαλούς από άποψη Δημόσιας Υγείας «οδικού χάρτη» επανεκκίνησης της κοινωνίας, δεν σημαίνει προφανώς συναίνεση στις μεθοδεύσεις ή παραλείψεις της κυβέρνησης.

Υπάρχουν περιθώρια σκληρής κριτικής και πολιτικής αντιπαράθεσης, ιδιαίτερα στο πεδίο της Οικονομίας, της Εργασίας, των εισοδημάτων και των δικαιωμάτων των πολιτών, της επένδυσης στο ΕΣΥ, της χρηστής διαχείρισης του δημόσιου χρήματος. Εκεί μπορούμε να κατοχυρώσουμε το ρόλο της «ασπίδας προστασίας» της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας απέναντι στις δραματικές επιπτώσεις της ύφεσης που έρχεται. Οι νέες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες λόγω της πανδημίας και η ανάγκη «θωράκισης» του Κράτους Δικαίου, είναι το προνομιακό πεδίο για την Αριστερά.

 

Τα μεγάλα ελλείμματα στην υγεία

- Τα μεγαλύτερα κενά στο χώρο της υγείας πού τα εντοπίζετε; Πολλοί υποστηρίζουν πχ ότι τα νοσοκομεία επιτελούν στην πράξη και το ρόλο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας; Τι μεταρρύθμιση χρειάζεται, εάν χρειάζεται, στην υγεία;

Το μεγάλο έλλειμμα στο ελληνικό σύστημα υγείας είναι ένα ολιστικό σχέδιο ανάπτυξης του Δημόσιου Τομέα σε όλα τα επίπεδα, με στόχο την καθολική και ισότιμη κάλυψη των αναγκών υγείας των ανθρώπων και την ελαχιστοποίηση της οικονομικής επιβάρυνσης τους. Αυτό πρακτικά συνεπάγεται ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) και του θεσμού του οικογενειακού γιατρού, ανάπτυξη των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ) σε όλη τη χώρα , οι οποίες μεταφέρουν το «κέντρο βάρους» του ΕΣΥ στην πρόληψη και στην προαγωγή της υγείας και , σε συνεργασία με τα Κέντρα Υγείας (αστικού και αγροτικού τύπου), μπορούν να αποτελέσουν ένα αποτελεσματικό «φίλτρο» προς τα νοσοκομεία.

Επίσης σημαίνει έμφαση στην Επείγουσα Ιατρική και στο Τραύμα, στη μετανοσοκομειακή φροντίδα και αποκατάσταση, στην ανακουφιστική φροντίδα, στην ολοκληρωμένη υγειονομική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη ευπαθών ομάδων και ευάλωτων πληθυσμών, στις αναδυόμενες ανάγκες όπως η φροντίδα ασθενών με άνοια, η ιατρική ακριβείας, η εγγυημένη πρόσβαση των ασθενών στις νέες διαγνωστικές και θεραπευτικές προσεγγίσεις.

Χρειάζονται πολλές μεταρρυθμίσεις προοδευτικού χαρακτήρα στο ΕΣΥ, που θα ενδυναμώνουν και δεν θα υπονομεύουν το δημόσιο χαρακτήρα του. Που θα ενσωματώνουν μηχανισμούς αξιολόγησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, θα ενισχύουν την κουλτούρα του σεβασμού των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των ασθενών, την τεκμηριωμένη ιατρική φροντίδα και το αποτελεσματικό managementτων νοσοκομείων, με κοινωνικό όμως και όχι νεοφιλελεύθερο πρόσημο.

 

- Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στη νέα εποχή ποιος εκτιμάται ότι θα είναι;

Θα είναι συμπληρωματικός και επικουρικός προς το Δημόσιο Σύστημα. Το ΕΣΥ και οι κρατικές δομές υγείας σήκωσαν όλο το βάρος της πανδημίας. Και είναι αυτές που καλύπτουν με αξιοπρεπή τρόπο τις μεγάλες υγειονομικές ανάγκες των πολιτών, παρά τις αναμονές, τις ανεπάρκειες, την ταλαιπωρία και την οικονομική επιβάρυνση των ασθενών. Άρα χρειάζεται η απόλυτα «μεροληπτική» στήριξη των νοσοκομείων, των Κέντρων Υγείας και των ΤΟΜΥ ,η προτεραιότητα στην αύξηση της δυναμικότητας (capacity) των δημόσιων δομών και εργαστηρίων και, εκεί που ανεπαρκούν, η οριοθετημένη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, πάντα με τους ίδιους κανόνες και προδιαγραφές που πρέπει να υπάρχουν και στο ΕΣΥ .

 

Ναι στο δημόσιο, αλλά χωρίς τις στρεβλώσεις και παθογένειες

- Και ο δημόσιος τομέας; Τι μέτρα πρέπει να ληφθούν ώστε να μην ξαναγυρίσουμε στις ουρές, στη διαφθορά, στα φακελάκια κοκ;

Διεκδικούμε την στήριξη και αναβάθμιση του ΕΣΥ αλλά δεν υπερασπιζόμαστε τις παθογένειες και τις στρεβλώσεις του. Το κοινωνικό αίτημα της περιόδου είναι ένα νέο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, με άλλου τύπου οργάνωση και διοίκηση, με τους αναγκαίους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, σε σύγκλιση και όχι απόκλιση από τα ευρωπαϊκά standars. Με θεσμικές δικλείδες ασφαλείας για τη σπατάλη, τη διαφθορά και την εκμετάλλευση του αρρώστου. Τέτοιας λογικής ήταν οι παρεμβάσεις που δρομολογήσαμε στη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (λίστα χειρουργείου, Επιτροπές Προστασίας των δικαιωμάτων των ασθενών, κεντρική διαχείριση του αίματος, διαφανής τιμολόγηση- -κλινική αξιολόγηση -διαπραγμάτευση των φαρμάκων, θεραπευτικά πρωτόκολλα κλπ ), χωρίς να εξαλειφθούν φυσικά οι εστίες ανομίας και διασπάθισης του δημόσιου χρήματος. Η «ηθικοποίηση» του Συστήματος Υγείας δεν είναι μόνο όρος αξιοπρέπειας των πολιτών και των έντιμων υγειονομικών, αλλά και όρος βιωσιμότητας της δημόσιας περίθαλψης.

 

Στο 7% οι δαπάνες για την υγεία

- Συνεπώς κ. Ξανθέ, με τις δαπάνες για την υγεία τι πρέπει να γίνει;

Πρέπει επειγόντως να συμφωνηθεί ότι θα υπάρξει φέτος η απαραίτητη δημοσιονομική υποστήριξη του ΕΣΥ και του ΕΟΠΥΥ και ότι οι δημόσιες δαπάνες υγείας που σήμερα είναι στο 5% του ΑΕΠ θα υπερβούν σιγά-σιγά τα όρια της 10ετούς λιτότητας και θα συγκλίνουν σε βάθος 4ετίας με τους μέσους όρους της ΕΕ (7% του ΑΕΠ). Η απόκλιση είναι τεράστια και με το σημερινό επίπεδο δαπανών, όσο νοικοκύρεμα και να γίνει, δεν μπορεί να καλυφθούν με ισοτιμία και αξιοπιστία οι ανάγκες των πολιτών.

 

Με τον κορωνοϊό θα συμβιώσουμε αρκετό καιρό!

- Εκτός, όμως, από κεντρικό πολιτικό στέλεχος, είστε και γιατρός. Πότε εκτιμάτε ότι θα έχουμε το τέλος όλης αυτής της περιπέτειας;

Ο SARS-CoV-2 είναι μια νέα διασυνοριακή απειλή Δημόσιας Υγείας , με την οποία πρέπει να συμβιώσουμε αρκετό καιρό, τουλάχιστον μέχρι να έχουμε αποτελεσματικά φάρμακα και εμβόλια. Βεβαίως θα υπάρχουν υφέσεις και εξάρσεις της πανδημίας.

Να το πάρουμε απόφαση και να οργανωθούμε καλύτερα σε όλους τους τομείς. Στην υγεία, οικονομία, εκπαίδευση, εμπόριο, μεταφορές, τουρισμό, μεταποίηση, αγροτική παραγωγή, περιβάλλον, πολιτισμό. Μειώνοντας ανισότητες και ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή. Αναβαθμίζοντας στην κεντρική πολιτική ατζέντα την κλιματική κρίση, τη Δημόσια Υγεία και το ρόλο της Ευρώπης. Γιατί όλα συναρτώνται με το νέο κορωνοϊό και τις επιπτώσεις του. Και ακριβώς αυτά πρέπει να είναι τα προγραμματικά και πολιτικά προτάγματα του ΣΥΡΙΖΑ στη μετά-covid 19 εποχή και το ευνοϊκό έδαφος προοδευτικών κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών.

- Γιατί όμως ξέφυγε ο ιός; Μήπως υπάρχει πρόβλημα με τον τρόπο που γίνεται η έρευνα στην υγεία; Και δεν είναι εντυπωσιακό που υπάρχει αντιπαράθεση μεταξύ χωρών για την ανακάλυψη του εμβολίου;

Ζούμε σε εποχές διακινδύνευσης. Και δεν μπορούν να υπάρξουν κλειστά σύνορα για τους νέους ιούς, οι οποίοι προκύπτουν από συνεχείς μεταλλάξεις λόγω των ευνοϊκών συνθηκών που δημιουργεί η πληθυσμιακή έκρηξη, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η παγκοσμιοποιημένη οικονομία και η φτώχεια στον κόσμο. Το πρόβλημα με τη διεθνή επιστημονική έρευνα στην Υγεία και στο Φάρμακο είναι ότι έχει εκχωρηθεί στις πολυεθνικές, που επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση των κερδών τους. Η πανδημία με τον κορωνοϊό αλλάζει τα δεδομένα. Τώρα είναι η ώρα να διαμορφωθεί με πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ και της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, μια κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική για βιώσιμα συστήματα καθολικής κάλυψης υγείας. Για ανάπτυξη σε επίπεδο Ευρώπης μηχανισμών αντιμετώπισης διασυνοριακών απειλών για τη Δημόσια Υγεία, ανταλλαγής πληροφοριών και τεχνογνωσίας, διαφάνειας στα κόστη έρευνας και ανάπτυξης της φαρμακευτικής καινοτομίας.

Ειδικά σήμερα που διαφαίνεται η προοπτική ανακάλυψης αποτελεσματικών διαγνωστικών εξετάσεων, εμβολίων και θεραπευτικών σχημάτων για τον SARS-CoV-2, είναι παραπάνω από επείγουσα η ανάγκη νέων διεθνών ρυθμίσεων στο χώρο του φαρμάκου. Με αμφισβήτηση της λογικής της «πατέντας», δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας, διακρατικές συνεργασίες τύπου «Βαλέττα» για «δίκαιες» τιμές στα φάρμακα υψηλού κόστους, καθολική πρόσβαση όλων των Ευρωπαίων πολιτών στις σύγχρονες θεραπείες.

Αλλιώς η πρόσβαση στα μέσα καταπολέμησης αυτού του ιού, αλλά και των επόμενων, θα είναι υπόθεση μόνο των πλούσιων χωρών και των εύπορων τάξεων.

 



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ