ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

21/10/2022

Γ. Δραγασάκης: Προοδευτική συμπαράταξη απέναντι στον αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό και την ακροδεξιά απειλή

Γ. Δραγασάκης: Προοδευτική συμπαράταξη απέναντι στον αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό και την ακροδεξιά απειλή



Ομιλία του Βουλευτή του Δυτικού Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Γιάννη Δραγασάκη στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Γιώργου Αλογοσκούφη «Ιστορικοί κύκλοι της ελληνικής οικονομίας»

1.

Ιστορικές εκκρεμότητες και προκλήσεις του μέλλοντος

Με το βιβλίο του αυτό ο κ. Αλογοσκούφης αναλύει και ερμηνεύει την οικονομική ιστορία της νεότερης Ελλάδας με τρόπο συνοπτικό αλλά και ουσιαστικό, καθώς επικεντρώνεται στις βασικές καμπές και τους κυριότερους, κατά τον συγγραφέα, προσδιοριστικούς παράγοντες των εξελίξεων από την Επανάσταση του 1821 ως τις μέρες μας.
Ο κ. Αλογοσκούφης διακρίνει τρεις ιστορικούς κύκλους ο καθένας από τους οποίους χαρακτηρίζεται από διαφορετικές προκλήσεις, προτεραιότητες και πολιτικά διακυβεύματα. Στον κάθε ιστορικό κύκλο εντοπίζουμε μεταρρυθμίσεις και μετασχηματισμούς που έγιναν έγκαιρα και άλλαξαν την Ελλάδα. Ταυτόχρονα, όμως, διαπιστώνουμε πεδία στα οποία οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις δεν έγιναν και αποτελούν βαρίδια για το μέλλον. Ο κ. Αλογοσκούφης παραθέτει μακρύ κατάλογο τέτοιων υστερήσεων, όπως είναι η ολιγομονοπωλιακή διάρθρωση -και ο κρατικοδίαιτος χαρακτήρας θα προσέθετα- μεγάλου μέρους της οικονομίας. Η αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση και η διαφθορά. Η φοροδιαφυγή και οι ανισότητες του φορολογικού συστήματος και πολλά άλλα. Οι υστερήσεις είναι μεγαλύτερες σε τρεις κυρίως περιπτώσεις. Όταν πρόκειται να επιβληθούν κανόνες και να περιοριστεί η ασυδοσία και η αισχροκέρδεια, πχ κανόνες ανταγωνισμού, χωρικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, προστασίας περιβάλλοντος κλπ. Όταν πρόκειται για θέματα ισονομίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, βλ. φορολογικό σύστημα, πρόσβαση σε δημόσια αγαθά, ή όταν πρόκειται να θιγεί το πελατειακό σύστημα.
Το βιβλίο, εκτός από ακαδημαϊκό, έχει και άμεσο πολιτικό ενδιαφέρον. Στην ανάλυση του κ. Αλογοσκούφη, πέρα από τη στενά οικονομική, είναι διαρκώς παρούσα και η πολιτική διάσταση. Επίσης διατυπώνει προτάσεις πολιτικής για τις προκλήσεις του άμεσου μέλλοντος. Συγκεκριμένα, ως διέξοδο από την πολλαπλή κρίση που ζούμε, προτείνει ένα μεσοχρόνιο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα προστατεύουν τη δημοκρατία, θα οδηγούν σε μια νέα περίοδο οικονομικής ανάπτυξης και θα θωρακίζουν τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ένα πρόγραμμα με συνέχεια και συνέπεια, όπως αναφέρει. Τα σημαντικά αυτά θέματα επιδέχονται ασφαλώς διαφορετικές ερμηνείες και μπορούν να έχουν διαφορετικά περιεχόμενα.
Βεβαίως η ελληνική ιστορία και ιδιαίτερα η οικονομική, περιέχει σημαντικά πεδία που παραμένουν επίδικα και αποτελούν αντικείμενο συζήτησης. Η περιοδολόγηση της νεότερης οικονομικής ιστορίας, οι αιτίες των χρεοκοπιών, ο χαρακτήρας του λεγόμενου μεταπολεμικού «οικονομικού θαύματος», οι αιτίες της καθυστέρησης σε διάφορους τομείς, οι ιδιαιτερότητες του ελληνικού καπιταλισμού είναι μεταξύ αυτών. Η συζήτηση τέτοιων επίδικων θεμάτων έχει απαιτήσεις που υπερβαίνουν το πλαίσιο μιας βιβλιοπαρουσίασης. Γι’ αυτό και τα σχόλια και σκέψεις που ακολουθούν αναφέρονται στις ως άνω προτάσεις του συγγραφέα.

2.
Μεταρρυθμίσεις που να μειώνουν τις ανισότητες
Ορθά ο κ. Αλογοσκούφης υπογραμμίζει την αναγκαιότητα και τη σημασία των μεταρρυθμίσεων. Όμως για να έχουν προωθητικό ρόλο και μετασχηματιστικό αποτέλεσμα, οι μεταρρυθμίσεις, πρέπει να ανακτήσουν το αρχικό προοδευτικό νόημά τους, και να στοχεύουν στη διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού και αναπτυξιακού υποδείγματος. Δεν θεωρώ ότι έχει κάποιο νόημα, ένας ουδέτερος μεταρρυθμισμός, όταν και «οι πέτρες» πλέον έχουν συνειδητοποιήσει ότι πίσω από δήθεν ουδέτερα μεταρρυθμιστικά κλισέ και υποσχέσεις του νεοφιλελευθερισμού για διάχυση του πλούτου στους φτωχούς με φοροελαφρύνσεις για τους πλούσιους, κρύβονταν σκληρή λιτότητα, αντεργατικές απορρυθμίσεις και η πιο άγρια αναδιανομή σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Στη χώρα μας, ειδικά με την επιβολή των μνημονίων, αυτή η αντιστροφή του νοήματος των μεταρρυθμίσεων έγινε κανόνας.
Για να λειτουργήσουν, λοιπόν, οι μεταρρυθμίσεις, ως μέσο ενίσχυσης της δημοκρατίας και επιτάχυνσης της ανάκαμψης πρέπει αφενός να δίνουν βιώσιμες λύσεις στα χρόνια προβλήματα και αφετέρου να μειώνουν τις ανισότητες, να καταργούν διακρίσεις και αποκλεισμούς, να διασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες, να δημιουργούν προϋποθέσεις για μια συμπεριληπτική ανάπτυξη. Και αυτό δεν είναι θέμα μόνο πόρων. Πρωτίστως είναι θέμα συσχετισμών αλλά και αξιών που διέπουν την πολιτική και τη λειτουργία του κράτους, είναι θέμα περιεχομένου και προτεραιοτήτων της ίδιας της ανάπτυξης.
Οι στόχοι της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ αναγνωρίζουν εδώ και χρόνια ότι οικονομική μεγέθυνση στην εποχή μας δεν είναι κοινωνικά αποδεκτή αν δεν υπόκειται σε κοινωνικές δεσμεύσεις, αν δεν υπηρετεί κοινωνικούς και οικολογικούς στόχους. Και ούτε είναι διατηρήσιμη αν δεν είναι συμπεριληπτική. Σε αντίθεση με αυτούς τους αναγνωρισμένους πλέον κοινούς τόπους, η χώρα μας είναι στην πρώτη γραμμή σε ό,τι αφορά τις ανισότητες. Στο σημείο αυτό πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ό,τι έχει προηγηθεί αλλά και όσα φαίνεται να έρχονται. Η μεγάλη καθίζηση με την οποία περιγράφει ο κ. Αλογοσκούφης το αποτέλεσμα της πρόσφατης χρεοκοπίας δεν είχε τις ίδιες κοινωνικές συνέπειες για όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ούτε ήταν ταξικά ουδέτερη η εσωτερική υποτίμηση. Έπειτα από μια σχετική βελτίωση που παρουσίασαν οι δείκτες ανισοτήτων την περίοδο 2017-2019 βρίσκονται και πάλι σε τροχιά επιδείνωσης. Ο ευρέως χρησιμοποιούμενος συντελεστής ανισότητας Gini από 31,0 το 2019 αυξήθηκε σε 32,4 το 2021. Άλλοι δείκτες που μετρούν την κατανομή του εισοδήματος δείχνουν ότι τα υψηλότερα κλιμάκια της κατανομής του διαθέσιμου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών, ενίσχυσαν τα δύο τελευταία έτη σημαντικά το εισοδηματικό τους μερίδιο έναντι των πιο φτωχών κλιμακίων. Ο πληθωρισμός, που αποτελεί το νέο κυρίαρχο μηχανισμό αναδιανομής, δημιουργεί συνθήκες κερδοσκοπίας, υπερκερδών αλλά και νέας φτωχοποίησης. Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά σε μια φάση νέας όξυνσης των εισοδηματικών, και όχι μόνο, ανισοτήτων. Πρέπει να σκεφτούμε όχι μόνο τις οικονομικές αλλά και τις πολιτικές συνέπειες. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η συνθήκη διευκολύνει την ακροδεξιά. Πρέπει, λοιπόν, να πούμε ότι για τη διεύρυνση των ανισοτήτων δεν ευθύνεται η πολιτική γενικώς, αλλά η απουσία της κατάλληλης πολιτικής, δεν ευθύνεται η δημοκρατία, αλλά η συρρίκνωσή της. Αλλά αυτή διαβεβαίωση μπορεί να αποκτήσει πρακτικό νόημα μόνο στο πλαίσιο μιας νέας πολιτικής οικονομίας κι ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου.

3.
Ο μεγάλος και πολυδιάστατος μετασχηματισμός

Ο κ. Αλογοσκούφης επισημαίνει και αναδεικνύει σε σημαντικό διαρθρωτικό πρόβλημα, την αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να ενταχθεί με βιώσιμο τρόπο στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας και τις διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης. Η μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές, τα χρόνια ελλείμματα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, η μεγάλη εξάρτηση από εξωτερική χρηματοδότηση, το τεράστιο εξωτερικό χρέος, η αποβιομηχάνιση, πιστοποιούν την αδυναμία αυτή. Πράγματι μετά την κατάρρευση του μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης, η Ελλάδα μπήκε σε μια φάση διαρκούς αποβιομηχάνισης. Φτάσαμε να έχουμε το υψηλότερο εξωτερικό χρέος και την οικονομία με την πιο στρεβλή και μονόπλευρη διάρθρωση. Το 2019 το 80% της οικονομίας ήταν υπηρεσίες, από 55% που ήταν στην αρχή της διαδικασίας, το 1973, το 15% δευτερογενής τομέας, από 30%, και 5% πρωτογενής τομέας από 15%. Όλοι οι ποιοτικοί δείκτες πχ δαπάνες σε έρευνα και καινοτομία, εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, κ.λπ. φέρνουν την Ελλάδα σε μια από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη. Εξαιτίας της αδυναμίας βιώσιμης ένταξης στον παγκόσμιο και τον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας η ελληνική οικονομία από τη μια στρέφεται προς μονοπωλιακές και ολιγοπωλιακές δομές και από την άλλη αναδιπλώνεται σε εσωστρεφείς δραστηριότητες μη εμπορεύσιμων διεθνώς αγαθών. Η ελληνική οικονομία είναι παγιδευμένη σε μια πορεία που δεν διασφαλίζει βιώσιμο μέλλον. Κάθε προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το σύνθετο αυτό πρόβλημα σε βάρος της εργασίας και των μισθών, καταλήγει, όπως επιχειρήθηκε με το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο σε παραγωγική υποβάθμιση της οικονομίας και φυγή επιστημονικού δυναμικού στο εξωτερικό. Είμαστε λοιπόν σε μια φάση που οι προοπτικές εξαρτώνται από την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος με έμφαση στην άνοδο της παραγωγικότητας και της εγχώριας προστιθέμενης αξίας, τον μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος, την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, γεγονός που συνεπάγεται επανιεράρχηση των προτεραιοτήτων, με τα κριτήρια ανθεκτικότητας, βιωσιμότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης να έρχονται στην πρώτη θέση. Η διέξοδος από την πολλαπλή κρίση καθιστά αναγκαίο έναν πολλαπλό και πολυδιάστατο, ιστορικών διαστάσεων, μετασχηματισμό. Ο εν λόγω πολυδιάστατος μετασχηματισμός δεν μπορεί να γίνει αν δεν τιθασευτούν οι εγγενείς τάσεις του καπιταλισμού να επιδιώκει τη μεγιστοποίηση του κέρδους ερήμην των αναγκών της κοινωνίας και αν δεν υπάρξουν ισχυρά αναχώματα και αντίβαρα στην τάση αυτή στο πλαίσιο μιας νέας μικτής οικονομίας. Και προφανώς αυτός ο πολυδιάστατος μετασχηματισμός δεν μπορεί να γίνει από τις αγορές αφού ούτε αυτές μπορούν να προσανατολιστούν χωρίς εθνική αναπτυξιακή στρατηγική και μεσοχρόνιο σχέδιο. Ορθά, επομένως, ο κ. Αλογοσκούφης θέτει το θέμα του μεσοχρόνιου προγράμματος, το περιεχόμενο και οι διαδικασίες του οποίου πρέπει βεβαίως να καθοριστούν με βάση τα σημερινά δεδομένα.

4.
Πρόγραμμα για βιώσιμη ανάπτυξη, δίκαιη μετάβαση και ισχυρή δημοκρατία

Ειδικά στη χώρα μας η πρόταση του κ. Αλογοσκούφη για ένα μεσοχρόνιο πρόγραμμα είναι όσο ποτέ αναγκαία. Η άποψη ότι η ορθολογικότητα και η αποτελεσματικότητα των αποφάσεων είναι αποκλειστικά προϊόν της ελεύθερης λειτουργίας της αγοράς, είναι ένας μύθος που ειδικά στην Ελλάδα λειτουργεί ως άλλοθι αδράνειας και πελατειακής ασυδοσίας. Η ιδέα του μεσοπρόθεσμου προγράμματος έχει διατυπωθεί κατά καιρούς και υπήρξαν κάποιες αποσπασματικές εφαρμογές της. Όμως δεν διαθέτουμε, ως χώρα και ως διοίκηση, κάποιο σύστημα θεσμών και διαδικασιών σχεδιασμού, υλοποίησης και αξιολόγησης αναπτυξιακών προγραμμάτων και αναπτυξιακών πολιτικών. Η εμπειρία των λεγόμενων «ευρωπαϊκών προγραμμάτων» έχει δείξει ότι η απουσία μιας ολιστικής στρατηγικής την οποία θα έπρεπε να υπηρετούν, η λειτουργία τους στο πλαίσιο ενός πελατειακού συστήματος, καθώς και η απουσία ουσιαστικής αξιολόγησης έχουν υπονομεύσει την έννοια του προγραμματισμού και περιορίζουν την κοινωνική αποτελεσματικότητά του. Οι παθογένειες αυτές έχουν μεταφερθεί και στο σχέδιο για την αξιοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, η όλη λειτουργία του οποίου διέπεται από πλήρη αδιαφάνεια και έλλειψη λογοδοσίας, μοναδική σε όλη τη Ευρώπη. Τέλος, η ένταξη έργων στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων δεν υπόκειται σε κάποιο σύστημα αξιολόγησης και ελέγχου ούτε της σκοπιμότητας ούτε του αποτελέσματος, ούτε πριν ούτε μετά την υλοποίησή τους. Σχετική νομοθεσία που είχε ετοιμαστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση προέβλεπε διαδικασίες διαμόρφωσης εθνικών προγραμμάτων καθώς και διαδικασίες ελέγχου και αξιολόγησης. Όμως, αν και ψηφίστηκε, δεν υλοποιήθηκε από την παρούσα κυβέρνηση. Αναπτυξιακή στρατηγική που είχε διαμορφωθεί επίσης από την προηγούμενη κυβέρνηση εγκαταλείφθηκε χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση, όπως προέβλεπε η αρχική απόφαση της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού. Αντικαταστάθηκε χωρίς εξηγήσεις από κάποια έκθεση του κ. Πισσαρίδη και της ομάδας του, η τύχη της οποίας, μετά τον αρχικό βραχύβιο ενθουσιασμό των θιασωτών των ιδεών της, είναι πλέον και αυτή άγνωστη.
Ωστόσο ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός των αναπτυξιακών διαδικασιών είναι στον σημερινό κόσμο μια εξαιρετικά διαδεδομένη πρακτική σε επιχειρήσεις, κράτη και διεθνείς Οργανισμούς. Άρα αυτή η κατάσταση πρέπει και μπορεί να αλλάξει. Για να ξεπεραστεί η αρνητική κληρονομιά και να δημιουργηθεί ένα υπόστρωμα αξιοπιστίας δεν αρκεί να υπάρξει ένα πρόγραμμα με τη μορφή ενός «άψυχου» κειμένου. Ούτε μπορούν να υποκαταστήσουν την ανάγκη αυτή τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα απαιτήσει η ΕΕ από τα κράτη-μέλη. Αυτό που κατά τη γνώμη μου χρειαζόμαστε και στο οποίο πάντως εδώ αναφέρομαι είναι ένα μεσοχρόνιο σχέδιο που θα πρέπει να λειτουργήσει ως πλαίσιο και μηχανισμός συντονισμού και κινητοποίησης ενός ευρύτατου φάσματος φορέων και κοινωνικών δυνάμεων για τον προοδευτικό οικονομικό, οικολογικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της χώρας. Για το μεγάλο άλμα που πρέπει να κάνει προκειμένου να υπερβεί τη μεγάλη καθίζηση και να βελτιώσει τη θέση της στην Ευρώπη και στον σύγχρονο κόσμο. Για το σκοπό αυτό πρέπει να γίνουν πολλά από όσα ο κ. Αλογοσκούφης αναφέρει (παρουσιάζοντας σχετικές έρευνες του Νταρόν Ατζέμογλου), περί συμμετοχικών θεσμών και της συμβολής τους στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Ένα μεσοχρόνιο πρόγραμμα μπορεί να σηματοδοτήσει μια νέα αρχή και μια νέα κατεύθυνση, αν γίνει κτήμα της κοινωνίας και εδραιωθεί σε δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων και αξιολόγησης των αποτελεσμάτων. Επιβεβαιώνεται και από την άποψη αυτή ο στενός δεσμός βιώσιμης ανάπτυξης και δημοκρατίας, κοινωνικής συμμετοχής και δίκαιης μετάβασης.

5.
Ανταγωνισμοί και συναινέσεις
Και κλείνω τα σχόλια μου με το επίσης κρίσιμο θέμα της συνέχειας ενός μεσοχρόνιου προγράμματος, η διάρκεια του οποίου υπερβαίνει τον εκλογικό κύκλο. Η συνέχεια ενός προγράμματος και η διατηρησιμότητα αλλαγών μπορεί να διασφαλισθεί μόνο στις πλαίσιο ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου. Βιώσιμα και διαρκή αποτελέσματα παράγουν συναινέσεις που κτίζονται μέσα στην κοινωνία. Η ιστορική πείρα επιβεβαιώνει ότι δεν είναι η συναίνεση από τα πάνω εκείνη που διασφαλίζει τη σταθερότητα και τη συνέχεια μιας μεταρρύθμισης, αλλά είναι αντίστροφα η κοινωνική νομιμοποίηση μιας μεταρρύθμισης εκείνη που επιβάλει την ευρεία αποδοχή της.
Ασφαλώς υπάρχει θέμα ποιότητας και ορίων του κομματικού ανταγωνισμού. Ωστόσο οι συναινέσεις δεν είναι το αντίθετο των αντιπαραθέσεων αλλά ένα από τα πιθανά αποτελέσματά τους. Μόνο μια ανοιχτή αντιπαράθεση για τις εναλλακτικές επιλογές μπορεί να αποκαλύψει τα περιθώρια ευρύτερων συνεννοήσεων. Αυτό που λείπει, λοιπόν, στη χώρα μας είναι ο προγραμματικός ανταγωνισμός, η ανοιχτή αντιπαράθεση επιλογών και προγραμμάτων. Μέσα από μια τέτοια αντιπαράθεση αναδεικνύονται αγεφύρωτες διαφορές και αξεπέραστοι ανταγωνισμοί, αλλά και κοινοί τόποι καθώς και δυνατότητες συνεννόησης καταρχήν μεταξύ συγγενών ιδεολογικών χώρων, αλλά υπό όρους και προϋποθέσεις ακόμη και μεταξύ πολιτικών αντιπάλων.
Σήμερα η σχετική συζήτηση αποκτά εκ των πραγμάτων ένα πιο συγκεκριμένο ίσως και πιο ουσιαστικό περιεχόμενο καθώς συνδέεται με την ανάγκη να υπάρξει μια μεθοδολογία προοδευτικής σύγκλισης που γίνεται ολοένα και πιο αναγκαία. Η δυνατότητα μιας τέτοιας σύγκλισης βασίζεται σε κοινούς τόπους οι οποίοι εδράζονται σε κοινές ανάγκες κοινωνικών στρωμάτων που οι εν λόγω δυνάμεις θέλουν να εκπροσωπούν, ιδεολογικές συγγένειες και πολιτικές συγκλίσεις τόσο στον εθνικό όσο και στον ευρωπαϊκό ορίζοντα. Το τρέχον περιβάλλον σε Ελλάδα και Ευρώπη παράγει προκλήσεις που διαμορφώνουν ευνοϊκές προϋποθέσεις για μια προοδευτική σύγκλιση απέναντι σε έναν αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό και στην ακροδεξιά απειλή. Η προοδευτική σύγκλιση απαιτεί την ύπαρξη ενός ή και περισσότερων χώρων διαλόγου που θα στεγάζουν κοινούς προβληματισμούς και θα προετοιμάζουν περιεχόμενα μιας προγραμματικής συμφωνίας. Η προγραμματική διάσταση μιας τέτοιας σύγκλισης σχετίζεται με τις προκλήσεις της εποχής μας και με τα πεδία της σύγκλισης, πολλά από τα οποία έχουν ήδη καταστεί ευδιάκριτα: ασφάλεια και ειρήνη, νέο παραγωγικό υπόδειγμα, καταπολέμηση ανισοτήτων, προοδευτική μεταρρύθμιση του κράτους, ενδυνάμωση της δημοκρατίας, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, πολιτιστική αναγέννηση της ελληνικής κοινωνίας.



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ