ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

26/02/2018

Δημ. Παπαδημούλης στο Russia Today: Η πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ προς τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την Ένωση

Δημ. Παπαδημούλης στο Russia Today: Η πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ προς τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την Ένωση



Το ζήτημα της ονομασίας της πΓΔΜ συνδέεται συνολικά με την ευρωπαϊκή προοπτική, την ασφάλεια και σταθερότητα των Δυτικών Βαλκανίων

Οι εμπρηστικές δηλώσεις Ερντογάν το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύουν το διπλωματικό και πολιτικό αδιέξοδο του ίδιου και της ηγεσίας του

Συνέντευξη του Δημήτρη Παπαδημούλη στο δίκτυο ενημέρωσης «Russia Today»

Συνέντευξη παραχώρησε ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, στη γερμανική έκδοση του δικτύου ενημέρωσης «Russia Today» για τις διαπραγματεύσεις για την ονομασία της πΓΔΜ, την πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια, τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις και τις τουρκικές παραβιάσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς και για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη.

O Δημήτρης Παπαδημούλης σημείωσε για τις διαπραγματεύσεις Αθήνας και Σκοπίων για την ονομασία της πΓΔΜ ότι «οι προηγούμενες κυβερνήσεις των δύο χωρών δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε μια τελική λύση, αλλά σήμερα υπάρχει ένα ‘παράθυρο ευκαιρίας’ για οριστική διευθέτηση», προσθέτοντας ότι «τόσο ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο ομόλογός του Ζόραν Ζάεφ, έχουν δεσμευτεί σε αυτή τη κατεύθυνση». Εκτίμησε επίσης ότι «μια λύση που θα είναι αμοιβαία αποδεκτή θα ‘ξεκλειδώσει’ θετικές εξελίξεις στα Βαλκάνια και θα επιταχύνει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της πΓΔΜ», ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως «η τελική λύση θα πρέπει μα ρυθμίζει όλα τα εκκρεμή ζητήματα και να ανταποκρίνεται στις ευαισθησίες και των δύο πλευρών, μακριά από αλυτρωτισμούς και εθνικιστικές βλέψεις».

Για την πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια, ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τόνισε ότι «αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την Ένωση που θα ενισχύσει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής, θα αυξήσει την πολιτική σταθερότητα, θα ενδυναμώσει τις εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις», προσθέτοντας ότι η ΕΕ αντιλαμβάνεται την διεύρυνση ως πολιτική επιλογή «που ενισχύει τις διμερείς και πολυμερείς σχέσεις στην ευαίσθητη περιοχή των Βαλκανίων».

Για την επιθετική στάση της Τουρκίας και την ένταση στο Αιγαίο, ο Δημήτρης Παπαδημούλης υπογράμμισε ότι «οι εμπρηστικές δηλώσεις Ερντογάν το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύουν το διπλωματικό και πολιτικό αδιέξοδο του ίδιου και της ηγεσίας του, διχάζοντας και πολώνοντας την τουρκική κοινωνία». Συμπλήρωσε επίσης πως «η ελληνική κυβέρνηση σέβεται το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες της διπλωματίας, προστατεύει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και διασφαλίζει την εδαφικής κυριαρχία της χώρας», δηλώνοντας πως «οποιαδήποτε προκλητική ενέργεια επαναληφθεί από την τουρκική πλευρά, δεν θα μείνει αναπάντητη».

Για τους τουρκικές παραβιάσεις στη κυπριακή ΑΟΖ, ο ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ σημείωσε πως «η Κύπρος έχει κάθε δικαίωμα να αξιοποιήσει τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που βρίσκονται εντός των χωρικών υδάτων της με οποιοδήποτε τρόπο επιθυμεί και θεωρεί επωφελή για τα εθνικά και οικονομικά της συμφέροντα», τονίζοντας πως «η τουρκική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να υποτιμά τη ψύχραιμη και διπλωματική στάση της ΕΕ».

Τέλος, για το ζήτημα της συμμετοχής της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, ιδιαίτερα τα κρίσιμα χρόνια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, ο Δημήτρης Παπαδημούλης δήλωσε ότι «η παραμονή στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, η μάχη για την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και η προώθηση θεσμικών μεταρρυθμίσεων αποτελούν στρατηγική επιλογή και κεντρικό πυλώνα πολιτικής των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων», σημειώνοντας πως «η αποχώρηση από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα ήταν μια καταστροφική επιλογή, που σε καμία περίπτωση δεν θα εξυπηρετούσε τις πολιτικές μας, την στρατηγική μας και το στόχο μας για αλλαγές στην ΕΕ προς όφελος των πολιτών».


Το link από την συνέντευξη: http://bit.ly/2sMPMuI

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη στα ελληνικά:

Η ΕΕ πρόσφατα δημοσίευσε το σχέδιο για τα επόμενα βήματα στην πολιτική διεύρυνσης. Έχει ασκηθεί κριτική προς τις Βρυξέλλες ότι με αυτό το σχέδιο επιχειρείται να απομακρυνθεί τόσο η Ρωσία όσο και η Τουρκία από τα Βαλκάνια. Ποια είναι η άποψή σας;

Η ΕΕ και η Ρωσία πρέπει να οικοδομήσουν σταθερές και επωφελείς σχέσεις εμπιστοσύνης. Αυτό σημαίνει πως και οι δύο πλευρές πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση. Η πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ προς τα Δυτικά Βαλκάνια αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για την Ένωση, καθώς θα ενισχύσει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής, θα αυξήσει την πολιτική σταθερότητα, θα ενδυναμώσει τις εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις.

Κατά συνέπεια, η πολιτική διεύρυνσης δεν έχει να κάνει με την Ρωσία και την Τουρκία, ούτε να τις κρατήσει σε απόσταση, αλλά πρέπει να γίνει αντιληπτή ως μια πρωτοβουλία που ενισχύει τις διμερείς και πολυμερείς σχέσεις στη Βαλκανική Χερσόνησο.

Για την Ελλάδα η συμμετοχή στην ΕΕ τα χρόνια που ακολούθησαν της οικονομικής κρίσης ήταν κυρίως συνώνυμο της πίεσης από τις Βρυξέλλες και την τρόικα. Γιατί πιστεύετε ότι η παραμονή στην ΕΕ είναι τελικά η σωστή επιλογή;

Η παραμονή στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, η μάχη για την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και η προώθηση θεσμικών μεταρρυθμίσεων αποτελούν στρατηγική επιλογή και κεντρικό πυλώνα πολιτικής των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων.

Η ΕΕ είναι πάνω από όλα μια Ένωση κοινών αξιών, και αυτό δεν θα πρέπει να το ξεχνάμε, ακόμα και εάν κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας βρισκόμαστε ενώπιον μιας βαθιάς θεσμικής και οικονομικής κρίσης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι σύμμαχοί του εργάζονται για την προώθηση ενός βιώσιμου οικονομικού μοντέλου, για τη διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων, για την κοινωνική ισότητα και δικαιοσύνη, απέναντι στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα και την άνοδο της ακροδεξιάς. Η αποχώρηση από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα θα ήταν μια καταστροφική επιλογή, που σε καμία περίπτωση δεν θα εξυπηρετούσε τις πολιτικές μας, την στρατηγική μας και τους στόχους μας. Αντίθετα, μια τέτοια επιλογή θα μας στερούσε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε αλλαγές στην ΕΕ προς όφελος των Ευρωπαίων πολιτών.

Σε ένα σύγχρονο, πολύ-πολικό σύστημα ισχύος, οι πολιτικές συμμαχίες και οι πολυμερείς συνέργειες είναι προς όφελος των κοινωνιών. Το να γινόμασταν ο «παρίας» της ΕΕ, εκτός στρατηγικών συμμαχιών, θα ήταν μια στενόμυαλη επιλογή.

Η Ελλάδα διαπραγματεύεται με τη πΓΔΜ για το ζήτημα του ονόματος. Με μια πρώτη ματιά, για πολλούς στην Ευρώπη, μοιάζει να είναι ένα περίεργο ζήτημα. Γιατί είναι τελικά τόσο σημαντικό;

Διαφωνώ μαζί σας, καθώς το ζήτημα του ονοματολογικού είναι ένα από τα σημαντικότερα που αφορούν τα Δυτικά Βαλκάνια και την ευρωπαϊκή προοπτικής τους, ενώ είναι επίσης ένα ζήτημα που αφορά και το γενικότερο θέμα της ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή.

Οι διαπραγματεύσεις για το ζήτημα της ονομασίας είχαν βαλτώσει για πάνω από 25 χρόνια. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις της Αθήνας και των Σκοπίων δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν σε μια τελική λύση, αλλά σήμερα υπάρχει ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για οριστική επίλυση. Τόσο ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο ομόλογός του Ζόραν Ζάεφ, έχουν δεσμευτεί σε αυτή τη κατεύθυνση, θέλοντας να ξεπεράσουν το αδιέξοδο δεκαετιών.

Μια τελική λύση θα είναι αμοιβαία επωφελής, θα μπορούσε να «ξεκλειδώσει» θετικές εξελίξεις στα Βαλκάνια, να επιταχύνει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της πΓΔΜ, να αυξήσει τη σταθερότητα, τη συνεργασία και την ειρήνη σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή.

Ποιες θα είναι οι συνέπειες εάν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις;

Όλες οι πλευρές εργάζονται για να επιτευχθεί συμφωνία. Η ελληνική και η σκοπιανή πλευρά, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Έχει διαμορφωθεί μια ιστορική ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη. Πρέπει ωστόσο να ξεκαθαρίσουμε ότι μια τελική λύση θα πρέπει να ρυθμίζει όλα τα εκκρεμή ζητήματα και να ανταποκρίνεται στις ευαισθησίες και των δύο πλευρών, μακριά από αλυτρωτισμούς και εθνικιστικές βλέψεις.

Οι αλυτρωτικές και εθνικιστικές αναφορές είναι βασικά ζητήματα που πρέπει να διευθετηθούν από την πλευρά της πΓΔΜ, ώστε να μπορέσουν να υπάρξουν θετικές εξελίξεις προς την κατεύθυνση της οριστικής λύσης.

Πριν από την επίσκεψη στην Ελλάδα ο Ερντογάν δήλωσε ότι επιθυμεί την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης, που καθορίζει τα ελληνο-τουρκικά σύνορα. Σε αυτό το πλαίσιο, τι πιστεύετε ότι επιδιώκει ο Τούρκος Πρόεδρος με τη δημιουργία εντάσεων με την Αθήνα;

Όπως γνωρίζετε καλά, η Συνθήκη της Λωζάνης είναι διεθνής Συνθήκη και δεν καθορίζει μόνο τα ελληνο-τουρκικά σύνορα.

Η τουρκική ηγεσία καταφεύγει σε επιθετική ρητορική και αυτό δεν συμβάλλει καθόλου στην οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης, ούτε ενδυναμώνει τη διμερή συνεργασία. Η διασφάλιση σχέσεων καλής γειτονίας και οι αμοιβαία επωφελείς σχέσεις απαιτούν σεβασμό στο διεθνές δίκαιο. Οι εμπρηστικές δηλώσεις Ερντογάν το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύουν το διπλωματικό και πολιτικό αδιέξοδο του ίδιου και της ηγεσίας του, διχάζοντας και πολώνοντας την τουρκική κοινωνία.

Η ελληνική κυβέρνηση σέβεται το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες της διπλωματίας, προστατεύει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και διασφαλίζει την εδαφική κυριαρχία της χώρας. Οποιαδήποτε προκλητική ενέργεια επαναληφθεί από την τουρκική πλευρά, δεν θα μείνει αναπάντητη.

Η Άγκυρα ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να εκμεταλλευτεί τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Κύπρο. Τι συνέπειες μπορεί να έχει μια τέτοια εξέλιξη;

Όπως σας είπα και πριν, η Άγκυρα είναι ιδιαίτερα «νευρική», και αυτό αντανακλάται στις κινήσεις της. Η τουρκική κυβέρνηση τείνει περισσότερο να αποτελεί παράγοντα εντάσεων και προβλημάτων, παρά να συμβάλλει στην περιφερειακή συνεργασία.

Η Κύπρος έχει κάθε δικαίωμα να αξιοποιήσει τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που βρίσκονται εντός των χωρικών υδάτων της με οποιοδήποτε τρόπο επιθυμεί και θεωρεί επωφελή για τα εθνικά και οικονομικά της συμφέροντα. Η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα παρέμβασης στην κυπριακή ΑΟΖ.

Η ΕΕ είναι ξεκάθαρη στο ζήτημα της τουρκικής επιθετικότητας, τονίζοντας ότι θα διασφαλίσει την ειρηνική συνύπαρξη στην περιοχή και θα συμβάλλει στο διάλογο. Η τουρκική κυβέρνηση δεν θα πρέπει να υποτιμά τη ψύχραιμη και διπλωματική στάση της ΕΕ, ενώ οφείλει επιτέλους να αναγνωρίσει πόσο υψηλό είναι το κόστος και οι συνέπειες εμπλοκής, όπως συμβαίνει στο Αφρίν, να ελέγξει την νευρικότητά της, και να συμβάλλει στην περιφερειακή σταθερότητα προς όφελος όλων των πλευρών.



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ