ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

24/01/2019

Ανδρ. Ριζούλης: Η ειρηνική συνύπαρξη, ο διάλογος και η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δυο λαών αποτελούν το φάρμακο για κάθε είδους εθνικισμό και αλυτρωτισμό - βίντεο



.

Πρώτα απ’ όλα, η συζήτηση για τη Συμφωνία των Πρεσπών θα έλεγα ότι εμπερικλείει στο εσωτερικό της το ανώφελο, σε ό,τι αφορά τη διαδικασία της συζήτησης στο Κοινοβούλιο. Αυτό το λέω καθώς η Αντιπολίτευση -και κυρίως τα δύο κόμματα που είχαν τη διακυβέρνηση της χώρας είκοσι πέντε χρόνια από τότε που προέκυψε το ζήτημα στη γειτονική χώρα, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, δεν αναφέρομαι στην προηγούμενη ιστορία και στις αστοχίες- απέτυχαν να φέρουν μία συμφωνία εθνικά χρήσιμη.
Γι’ αυτό το ανώφελο, λοιπόν, θα απευθυνθώ κυρίως σε όσους μας ακούν αυτή την ώρα, παρά στις ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων που επιλέγουν έναν άλλο δρόμο.
Η Συμφωνία χρησιμοποιείται, αφού απέτυχαν όλοι οι σχεδιασμό τους για την αριστερή παρένθεση, καθώς και όλες οι προφητείες για την καταστροφή της χώρας, ως τελευταίο χαρτί που θα τους δώσει τη δυνατότητα να επανέλθουν. Ποντάρουν σε ένα εθνικό θέμα, το οποίο η Κυβέρνηση τελείωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για τα συμφέροντα της χώρας. Και αυτό -θα το πω όπως το έχω γράψει- τους καθιστά όχι μόνο λίγους, αλλά και επικίνδυνους. Και φαίνεται από τα γεγονότα που είχαμε τις τελευταίες μέρες.
Καθώς όλες οι ομιλίες των ηγετικών στελεχών και οι τοποθετήσεις τους υπάρχουν στο διαδίκτυο και είναι προσιτές στον καθένα, προσπαθούν επικοινωνιακά, με τη βοήθεια και μέρους των μέσων μαζικής ενημέρωσης, να προκαλέσουν λήθη και σύγχυση στον ελληνικό λαό. Από τις δηλώσεις πως η υπόθεση της ονομασίας είναι μία χαμένη υπόθεση, πως αποκλείεται οι γείτονες να δεχθούν σύνθετη ονομασία τη δεκαετία του 1990, όπου εδραιώθηκε ο όρος της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας -και πρώην είναι η Γιουγκοσλαβία, βέβαια, και μας έμεινε το «Μακεδονία», να μην το ξεχνάμε αυτό- φτάσαμε στη λεγόμενη εθνική γραμμή για σύνθετη ονομασία για κάθε χρήση, θέση που επιβεβαίωσαν καταρχάς και στη σημερινή Βουλή όλοι, το προηγούμενο διάστημα. Και η Συμφωνία το περιλαμβάνει με τον καλύτερο τρόπο.
Η Συμφωνία δεν σταματά, όμως, μόνο εκεί. Ζητήματα που έθρεψαν τον αλυτρωτισμό στο γειτονικό λαό, όπως σύμβολα που έχουν άμεση σχέση με αρχαία ελληνική ιστορία και αναφορές για συνέχεια του λαού της γειτονικής χώρας και οικειοποίηση της ιστορίας των Ελλήνων Μακεδόνων, απαλείφθηκαν. Κι όχι μόνο αυτό. Η Συμφωνία επιβεβαιώνει την παραδοχή πως οι κάτοικοι της γειτονικής χώρας είναι σλαβικής καταγωγής και η γλώσσα τους ανήκει στις νότιοσλαβικές γλώσσες, πως δεν έχουν καμία σχέση με τον πολιτισμό και την ιστορία που αναπτύχθηκε στη Βόρεια Ελλάδα, την ελληνική, δηλαδή, Μακεδονία. Επιβεβαιώνεται, δηλαδή, η διακοπή της σύνδεσης με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό που προσπάθησαν να οικειοποιηθούν, για πολλούς και διάφορους λόγους, τα προηγούμενα χρόνια.
Η μεγάλη επιτυχία της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι πως μία προσπάθεια δεκαετιών να δημιουργηθεί μία αντίληψη εντελώς εσφαλμένη για την καταγωγή και τη γλώσσα των κατοίκων της Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, τελείωσε. Η αντίληψη αυτή καλλιεργήθηκε στο λαό της γειτονικής χώρας για δεκαετίες, με το ιδιαίτερο αυτό γλωσσικό ιδίωμα, θέλοντας καταρχάς να περιφρουρήσει την περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας από εξωτερικές επιβουλές. Και για να κάνουμε και λίγο ιστορία, ένας έρπων σερβικός εθνικισμός, ο οποίος έφτανε από την Τεργέστη μέχρι τη Θεσσαλονίκη, έδεσε πάνω σε αυτό το πρόβλημα που είχε στη συγκεκριμένη περιοχή η Γιουγκοσλαβία και οι άνθρωποι εκεί πείστηκαν ή πίστεψαν πως είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων και οικειοποιήθηκαν -ή προσπάθησαν, τέλος πάντων- μέρος της ελληνικής ιστορίας. Έχω προσωπική εμπειρία. Δεν θα επεκταθώ σε αυτό.
Η Νέα Δημοκρατία και η Δημοκρατική Συμπαράταξη -και όχι μόνο- προσπαθούν, μέσω δηλώσεων που γίνονται από αξιωματούχους των Σκοπίων, να δείξουν πως υπάρχουν κενά στη Συμφωνία, που αφήνουν χώρο για αλυτρωτισμό. Για κενά ή ψήγματα λένε κάποια άλλοι.
Εδώ θα κάνω μία παρένθεση. Για το «μία και μοναδική ελληνική Μακεδονία» είπε ο κ. Μπόλαρης προηγουμένως κάποια πολύ σωστά πράγματα και θα σταθώ σε αυτά.
Καταρχάς, η ιστορία, ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε στην περιοχή, στην αρχαία -λεγόμενη- ελληνική Μακεδονία προφανώς είναι ένας μόνο, ελληνικός. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου -και αυτό πρέπει να το πούμε στον κόσμο, γιατί εκεί προκαλείται η σύγχυση- έρχεται να μοιράσει μία περιοχή, η οποία διοικητικά λεγόταν «Μακεδονία» επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για πεντακόσια χρόνια. Αν πάτε να δείτε και λίγο πιο πίσω, στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, τα διοικητικά όρια τότε της Μακεδονίας είχαν μέσα τη Θεσσαλία, την Ήπειρο, έφτανα πολύ ψηλά. Αυτό έκανε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου -γι’ αυτούς που μας ακούν τώρα- δεν χώρισε την αρχαία ελληνική Μακεδονία που είναι μία και ελληνική. Έκανε μία διαίρεση στις νικήτριες δυνάμεις των Βαλκανικών Πολέμων -Βουλγαρία, Σερβία και Ελλάδα- πάνω στα διοικητικά όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Όσο αφορά τον αλυτρωτισμό, θα μπορούσε μία συμφωνία να διαλύσει πεποιθήσεις και φρασεολογία πενήντα τουλάχιστον χρόνων; Προφανώς όχι και σίγουρα όχι για όλους. Η ρητορική αυτή αναπτύσσεται κυρίως από στείρα αντιπολιτευτική διάθεση και όχι επί της ουσίας της Συμφωνίας.
Η ειρηνική συνύπαρξη, ο διάλογος, ο χρόνος και οι σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των λαών είναι το φάρμακο για κάθε είδους παρωπίδα, φανατισμό, μίσος και αλυτρωτισμό. Εκκίνηση για μία τέτοια σχέση αποτελεί η Συμφωνία των Πρεσπών, που διασφαλίζει με τον καλύτερο τρόπο τη σχέση των δύο λαών, αποκαθιστά τα ιστορικά δεδομένα και ισχυροποιεί τη χώρα μας στα Βαλκάνια.
Δυστυχώς, η Νέα Δημοκρατία -και όχι μόνο κάτω- από μία χωρίς όρια αντιπολιτευτική διάθεση, χωρίς να λαμβάνει υπόψη το εθνικό συμφέρον και τη θετική έκβαση μιας υπόθεσης χαμένης σύμφωνα με τους ισχυρισμούς δικών της στελεχών στο παρελθόν, πέφτει σε επικίνδυνα μονοπάτια. Μέρος -το λέω- της Νέας Δημοκρατίας και άλλοι ποντάρουν στην άγνοια, το φόβο και την καχυποψία, ακολουθώντας μία ακροδεξιά ρητορική, η οποία ουσιαστικά θρέφει τον φασισμό και το βλέπουμε.
Το μόνο αντίδοτο σε αυτό είναι η συσπείρωση των δημοκρατικών δυνάμεων του ελληνικού λαού απέναντι στα φαντάσματα, που δεν πρέπει να επιτρέψουμε να δηλητηριάσουν το παρόν και το μέλλον της χώρας.
Θα κλείσω με μία παρένθεση, που βέβαια -όπως είπα στην αρχή- θα εμπεριέχει το ανώφελο. Έστω και την τελευταία στιγμή οι πολιτικές δυνάμεις -όσες έχουν δηλαδή το κουράγιο, τη δύναμη να απελευθερωθούν από τη στείρα αντιπολίτευση που κάνουν για το θέμα- να αλλάξουν τη στάση τους αναλογιζόμενες τις ευθύνες τους. Είναι ανώφελο, βέβαια, αλλά το λέω.
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ